17Ν: Η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη και το τέλος της οργάνωσης
26 Σεπτεμβρίου 1989, δύο λεπτά πριν από τις οκτώ το πρωί και το νήμα της ζωής του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Παύλου Μπακογιάννη, θα κοβόταν από τους πυροβολισμούς τριών ενόπλων ανδρών, στην πολυκατοικία όπου βρισκόταν το γραφείο του, στο Κολωνάκι. Ο Ευρυτάνας βουλευτής μεταφέρθηκε εσπευσμένα στον «Ευαγγελισμό». Όμως τα τραύματα που είχε δεχθεί από τα 45άρια πιστόλια ήταν θανατηφόρα, με αποτέλεσμα να αφήσει την τελευταία του πνοή μέσα στο χειρουργείο μία ώρα αργότερα.
Εκείνο το διάστημα η ατμόσφαιρα στην πολιτική ζωή του τόπου μύριζε «μπαρούτι» μιας και όλα περιστρέφονταν γύρω από το σκάνδαλο Κοσκωτά και την επικείμενη παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Μάλιστα, στις 26 Σεπτεμβρίου η Βουλή θα αποφάσιζε για την παραπομπή ή όχι του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ.
Τραγική ειρωνεία... Την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Παύλος Μπακογιάννης εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η χρηματοδότηση του προγράμματος για την Ευρυτανία, που ο ίδιος είχε καταρτίσει. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να το δει να γίνεται πράξη.
Η κηδεία του Παύλου Μπακογιάννη πραγματοποιήθηκε στο Καρπενήσι στις 29 Σεπτεμβρίου όπου εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου έσπευσαν να του πουν το «ύστατο χαίρε». Το συγκεντρωμένο πλήθος φώναζε συνθήματα κατά της τρομοκρατίας την ώρα που ο Παύλος Μπακογιάννης οδηγείτο τυλιγμένος με την ελληνική σημαία στην αγκαλιά της ευρυτανικής γης.
Ποιος ήταν ο Παύλος Μπακογιάννης
Γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1935 στο χωριό Βελωτά της Ευρυτανίας. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του παπα - Κώστα και της Ειρήνης Μπακογιάννη. Πήγε Γυμνάσιο στο Θέρμο Τριχωνίδας, έπειτα για ένα χρόνο στο Καρπενήσι (1950) και το τελείωσε στην Πάτρα. Σπούδασε Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, παίρνοντας πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωνσταντίας (Konstanz). Μάλιστα στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών. Στη συνέχεια δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας. Σε αυτή τη θέση ήταν και όταν σημειώθηκε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 στην Ελλάδα. Από τη θέση του διευθυντή της ραδιοφωνίας αντιτάχθηκε στο δικτατορικό καθεστώς και έκανε εκπομπές με σχόλια και ειδήσεις που αναμεταδίδονταν και από την Deutsche Welle και πολύ γρήγορα έγιναν σημείο αναφοράς του αντιδικτατορικού αγώνα. Στο Μόναχο γνώρισε τη Ντόρα Μητσοτάκη, κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης και παντρεύτηκε μαζί της το 1974. Απέκτησαν δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα.
Η δολοφονία του από τη 17 Νοέμβρη
26 Σεπτεμβρίου 1989, 07:58 το πρωί. Ο βουλευτής Ευρυτανίας της Νέας Δημοκρατίας περνούσε το κατώφλι της πολυκατοικίας στην οδό Ομήρου στο Κολωνάκι, όπου βρισκόταν το γραφείο του.
Δευτερόλεπτα αργότερα θα βρισκόταν αντιμέτωπος με τρεις ένοπλους άνδρες που κρατούσαν στα χέρια τους 45άρια πιστόλια. Οι ένοπλοι τον πυροβόλησαν εν ψυχρώ και έσπευσαν να εξαφανιστούν. Αμέσως μεταφέρθηκε στον «Ευαγγελισμό» όπου λίγο αργότερα κατέληξε από τα βαρύτατα τραύματά του. Οι οπλοφόροι μετά τη δολοφονική επίθεση έσπευσαν να εξαφανιστούν στα γύρω στενά πριν προλάβουν να φτάσουν στο σημείο άνδρες της Αστυνομίας.
Η δολοφονία του συγκλόνισε τον πολιτικό κόσμο καθώς ήρθε σε μία εποχή όπου στην επικαιρότητα κυρίαρχο θέμα ήταν η επικείμενη παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, λόγω του σκανδάλου Κοσκωτά. Ήταν η περίοδος της «Κάθαρσης» και του «Βρώμικου '89». Σύμφωνα με μαρτυρία της Ντόρας Μπακογιάννη, στη δίκη της 17Ν, ο Παύλος Μπακογιάννης είχε περάσει το προηγούμενο βράδυ της δολοφονίας του στα γραφεία του Συνασπισμού κι έτσι το επόμενο πρωινό είπε στον φρουρό του να μην τον συνοδεύσει ως το γραφείο του στο Κολωνάκι.
Κατά τη διάρκεια της δίκης της 17Ν δόθηκαν λεπτομέρειες γύρω από τη δολοφονία Μπακογιάννη. Η Αντιτρομοκρατική είχε ήδη στα χέρια της την ομολογία του Βασίλη Τζωρτζάτου (Ο Τζωρτζάτος είπε στην προανακριτική του κατάθεση ότι πήρε μέρος στη λήψη απόφασης της δολοφονίας). Ακόμη στην κατάθεσή του είχε πει πως στη δολοφονία εμπλέκονταν οι Αλέκος Γιωτόπουλος, Δημήτρης Κουφοντίνας, Σάββας Ξηρός και Ηρακλής Κωστάρης.
«… Σε συνάντηση που είχαμε στα μέσα Αυγούστου 1989 εγώ, ο «Λάμπρος» (σ.σ.: Γιωτόπουλος), ο «Λουκάς» (σ.σ.: Κουφοντίνας) και ο «Μιχάλης» (σ.σ.: Σ. Ξηρός) με πρόταση του «Λουκά» και του «Λάμπρου» αποφασίσαμε την εκτέλεση του βουλευτή Μπακογιάννη. [...] Την εκτέλεση έκαναν ο «Λουκάς», ο «Μιχάλης» και ο «Χάρης» (σ.σ.: Κωστάρης), χωρίς να ξέρω ποιος πυροβόλησε. Μετά την εκτέλεση και οι τρεις ήρθαν πεζή στο αυτοκίνητο όπου ήμουν εγώ», είχε πει.
Τα ίδια πρόσωπα κατονόμασε και ο Χριστόδουλος Ξηρός στη δική του κατάθεση. «Στη δολοφονία του Μπακογιάννη εγώ δεν συμμετείχα, πλην όμως, απ’ όσα άκουσα στην οργάνωση, την ομάδα αποτελούσαν ο «Σταμάτης», ο αδελφός μου ο Σάββας, ο «Λουκάς», ο «Χάρης» και ο «Λάμπρος».
Η Εθνική Συμφιλίωση
Από τον Νοέμβριο του 1985 μέχρι και τον Ιούνιο του 1989 διετέλεσε σύμβουλος του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Στις εκλογές του ίδιου έτους εκλέχθηκε βουλευτής στη μονοεδρική έδρα της Ευρυτανίας. Η Νέα Δημοκρατία παρά το γεγονός ότι είχε κερδίσει τις εκλογές δεν μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση. Ακολούθησε η κυβέρνηση συνεργασίας Τζαννετάκη που σχημάτισαν ΝΔ - Συνασπισμός. Ο Μπακογιάννης είχε αναλάβει το ρόλο του διαπραγματευτή ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον Συνασπισμό. Ήταν άνθρωπος της συναίνεσης και θεωρούσε ότι πρέπει να επουλωθούν οι πληγές που είχε αφήσει πίσω του ο Εμφύλιος Πόλεμος. Μάλιστα εργάστηκε πολύ σκληρά προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ ήταν και ο εισηγητής του νομοσχεδίου που αφορούσε την απάλειψη των συνεπειών του Εμφυλίου. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε και έγινε νόμος του κράτους το καλοκαίρι του 1989.
Η συγκλονιστική ομιλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη
Τη μέρα της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη, ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μη μπορώντας να κρύψει τα δάκρυά του προχώρησε σε μία ιστορική ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής.
«Είναι μία πολιτική δολοφονία που προστίθεται σε μια μακρά αλυσίδα δολοφονιών που προηγήθηκαν. Αποτελεί σκληρό πλήγμα για τη Νέα Δημοκρατία. Κι αποτελεί δεινή δοκιμασία για μένα και την οικογένειά μου. Πρέπει όμως αυτή την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας να σταθούμε όλοι μας όρθιοι. Να προστατέψουμε τη Δημοκρατία και τους Θεσμούς της. Σε ό,τι με αφορά, εγώ μια ευχή έχω να εκφράσω. Να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτό τον τόπο» είχε πει χαρακτηριστικά.
Το Κινέζικο ρολόι
Τι είχε συμβεί; Την ώρα που ο Σάββας Ξηρός ήταν έτοιµος να τοποθετήσει την ωρολογιακή βόµβα στο κιόσκι της εταιρείας, έσπασε το πλαστικό τζάµι του κινεζικού ρολογιού που ήταν συνδεδεµένο µε τον εκρηκτικό µηχανισµό. Οι δείκτες γύρισαν και η βόμβα πυροδοτήθηκε στα χέρια του. Το ωστικό κύµα τον πέταξε αρκετά µέτρα µακριά, αφήνοντας τον βαριά τραυματισμένο. Ο συνεργός του, Δημήτρης Κουφοντίνας, αντιλαμβάνεται ότι αν προσπαθήσει να τον βοηθήσει θα συλληφθεί και αυτός και τα πάντα θα τελειώσουν. Εγκαταλείπει τον σύντροφό του και φεύγει άρον – άρον για τη γιάφκα ώστε να «εξαφανίσει» όσο γίνεται περισσότερα ενοχοποιητικά στοιχεία.
Πράγματι, λίγα λεπτά αργότερα φτάνουν στο σημείο αστυνοµικοί και λιµενικοί, ενώ ο Ξηρός βρίσκεται καθ’ οδόν για το Τζάνειο Νοσοκομείο με ασθενοφόρο. Πάνω του βρίσκονται δύο αρµαθιές µε κλειδιά και µια τηλεκάρτα, ενώ όση ώρα υποβάλλεται σε εξετάσεις, οι Αρχές εντοπίζουν πίσω από τα εκδοτήρια του λιµανιού και δεύτερο εκρηκτικό µηχανισµό. ?ίπλα του υπάρχει ένας σάκος µε δύο χειροβοµβίδες και ένα 38άρι περίστροφο. Η υπόθεση δείχνει πλέον πολύ πιο σοβαρή απ’ ότι φαινόταν αρχικά. Μια μη υπολογίσιμη λεπτομέρεια είναι η αρχή του τέλους για την πιο διαβόητη οργάνωση που έδρασε ποτέ στην Ελλάδα.
Τον σταμάτησε η Τροχαία!
Ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. καλεί στο τηλέφωνο τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, που βρίσκεται στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Βέροια. «Κύριε υπουργέ, το περιστατικό στο λιµάνι είναι τελικά πολύ σοβαρό. Φαίνεται ότι έχουµε ρολόγια», του λέει. Στη γλώσσα των αστυνοµικών η φράση «ρολόγια» παρέπεµπε στη «17 Νοέµβρη». Ο υπουργός είχε προγραμματίσει να επιστρέψει την επόμενη ημέρα στην Αθήνα, γρήγορα διαπιστώνει όμως ότι δεν τον χωράει ο τόπος. Στις 3:00 τα ξημερώματα, κάθεται ο ίδιος στο τιμόνι του υπηρεσιακού Audi και σανιδώνει το γκάζι. Στο ύψος της Λαµίας τον σταµατάει µπλόκο της Τροχαίας, εντοπίζοντάς τον να τρέχει µε πάνω από 200 χιλιόµετρα την ώρα. Όταν βλέπουν ποιος είναι ο «παραβάτης», τον χαιρετούν στρατιωτικά και του εύχονται «καλό δρόµο».
Μέσα στη νύχτα ο τραυµατίας Ξηρός διακομίζεται από το Τζάνειο στον Ευαγγελισµό για να υποβληθεί σε (πεντάωρο) χειρουργείο. Άπαντες εύχονται να βγει από εκεί σώος ώστε να είναι σε θέση αργότερα να µιλήσει.
Όταν πια αποδεικνύεται – μέσω της επαναφοράς του σβησμένου σειριακού αριθμού που είχε πάνω του – ότι το 38αρι περίστροφο ήταν το όπλο του 23χρονου αστυφύλακα Χρήστου Μάτη, ο οποίος είχε δολοφονηθεί από την οργάνωση το μακρινό 1984, όλοι είναι πεπεισμένοι ότι έχουν στα χέρια τους ένα από τα μέλη της «17 Νοέμβρη». Το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται. Το ένα στοιχείο οδηγεί στο άλλο, ανακαλύπτονται οι γιάφκες και τα κρησφύγετα της οργάνωσης και ένα ένα προσάγονται και συλλαμβάνονται τα μέλη της.
Κι ενώ ο Ρονάλντο , το Φαινόμενο, όχι ο Πορτογάλος, πανηγύριζε με τον Χρυσό Κορμό στα χέρια, ή Ελληνική Αστυνομία πανηγύριζε κι εκείνη σαν να είχε σηκώσει δυο Μουντιάλ. Ε, λίγο ήταν; 17 Νοέμβρη τόσα χρόνια έπαιζε μπάλα μόνη… Τα υπόλοιπα είναι οι λεπτομέρειες που αρχειοθετεί η Ιστορία για να φτιάξει το παζλ της που και σ’ αυτή την περίπτωση είχε έναν και μοναδικό τίτλο: «17 Νοέμβρη: Όλα έχουν ένα τέλος»!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Καλωσήρθατε στον χώρο σχολίων του Αντικειμενικότητα. Να θυμάστε ότι κάθε άποψη είναι δεχτή εκτός αν προσβάλει ή θίγει τον άλλον όποτε παρακαλώ ο σχολιασμός σας να είναι κόσμιος.