Εκλογές ΗΠΑ 2024: Τι θα συμβεί αν υπάρξει ισοπαλία; – Οι 26 ψήφοι που θα κρίνουν το αποτέλεσμα


Καθοριστικό ρόλο αναμένεται να παίξουν οι πολιτείες «κλειδιά» στις πιο απρόβλεπτες εκλογές στην ιστορία των ΗΠΑ. Κάμαλα Χάρις και Ντόναλντ Τραμπ δίνουν μάχη σώμα με σώμα για να συγκεντρώσουν τις 270 ψήφους του Κολεγίου των Εκλεκτόρων που απαιτούνται για να κερδίσουν τις εκλογές.

Όπως επισημαίνει το Sky News, υπάρχει το ενδεχόμενο οι δύο υποψήφιοι να έχουν από 269 εκλέκτορες ο καθένας σε σύνολο 538. Σε αυτό το σενάριο θα προκύψει μια ισοπαλία μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και της Κάμαλα Χάρις.

Τι θα συμβεί τότε; Πριν απαντηθεί όμως αυτό το ερώτημα, υπάρχουν μερικά πράγματα που πρέπει να γνωρίζετε για το σύστημα ψηφοφορίας.

Οι Αμερικανοί στην πραγματικότητα δεν ψηφίζουν απευθείας για το ποιον θέλουν να είναι πρόεδρος και αντιπρόεδρος. Αντ’ αυτού, ψηφίζουν για “εκλέκτορες” – μέλη ενός εκλεκτορικού σώματος – οι οποίοι ενισχύουν την επιλογή του υποψηφίου τους για αυτούς τους ρόλους.

Το Κολλέγιο των Εκλεκτόρων

Φυσικά, οι ΗΠΑ αποτελούνται από 50 πολιτείες και κάθε μία έχει διαφορετικό αριθμό εκλεκτόρων ανάλογα με τον πληθυσμό της. 

Η Καλιφόρνια, για παράδειγμα, η οποία έχει πληθυσμό σχεδόν 40 εκατομμυρίων, έχει 54 εκλέκτορες στο σύστημα του Κολλεγίου των Εκλεκτόρων, ενώ η Βόρεια Ντακότα, όπου κατοικούν περίπου 762.000 άνθρωποι, έχει μόλις τρεις. 

Ο συνολικός αριθμός των εκλεκτόρων που απαρτίζουν το Κολλέγιο Εκλεκτόρων είναι 538, γι’ αυτό και κερδίζει τις αμερικανικές εκλογές όποιος υποψήφιος εξασφαλίσει την υποστήριξη τουλάχιστον 270 εκλεκτόρων.

Το σενάριο της ισοπαλίας και οι 26 ψήφοι

Εάν η Κάμαλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ έχουν τον ίδιο αριθμό εκλεκτόρων, δηλαδή από 269, τότε η απόφαση για τον επόμενο Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ δεν λαμβάνεται από τους πολίτες.

Τεχνικά, είναι επίσης δυνατό οι ψήφοι να κατανεμηθούν μεταξύ τριών ή περισσότερων υποψηφίων σε σημείο που κανένας να μην συγκεντρώσει την πλειοψηφία, αλλά είναι εξαιρετικά σπάνιο οποιοσδήποτε υποψήφιος εκτός των δύο κορυφαίων κομμάτων, δηλαδή των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων, να έχει τόσο καλή επίδοση στις αμερικανικές εκλογές.

Σε περίπτωση που κανείς δεν συγκεντρώσει τους τουλάχιστον 270 εκλέκτορες που απαιτούνται στις αμερικανικές εκλογές, τότε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θα επιλεγεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Αναλυτικά, η Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία είναι το κατώτερο τμήμα του Κογκρέσου των ΗΠΑ, αποτελείται από 435 αντιπροσώπους και από τις 50 πολιτείες των ΗΠΑ. 

Παρ’ όλα αυτά, εάν η Βουλή των Αντιπροσώπων κληθεί να αποφασίσει τον νικητή των αμερικανικών εκλογών, τότε συλλογικά οι αντιπρόσωποι από κάθε πολιτεία έχουν μία ψήφο. Ως εκ τούτου, ο μέγιστος αριθμός των ψήφων σε αυτή τη διαδικασία θα είναι 50, δηλαδή όσες και οι πολιτείες των ΗΠΑ.

Με άλλα λόγια, όποιος υποψήφιος λάβει τουλάχιστον 26 ψήφους ή περισσότερες, τότε αναδεικνύεται ως Πρόεδρος των ΗΠΑ. Σε αντίθεση με την ψηφοφορία, στην οποία ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ καθορίζονται από κοινού, ο Αντιπρόεδρος της χώρας επιλέγεται μέσω ξεχωριστής ψηφοφορίας από τη Γερουσία, η οποία αποτελείται από 100 γερουσιαστές.

 Αυτό σημαίνει ότι – θεωρητικά – μια ενδεχόμενη εκλογή θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάδειξη ενός Προέδρου και ενός Αντιπροέδρου από αντίθετες πλευρές του πολιτικού φάσματος.

Πάντως, η σχετική διαδικασία στο Κογκρέσο θα μπορούσε να γίνει πριν από τις αρχές Ιανουαρίου. Παρ’ όλο που το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών ανακοινώνεται τον Νοέμβριο, μόλις καταμετρηθούν οι ψήφοι, στην πραγματικότητα αυτό το αποτέλεσμα δεν θεωρείται επίσημο μέχρι να δοθούν και να καταμετρηθούν όλες οι ψήφοι των εκλεκτόρων. Οι εκλέκτορες ψηφίζουν στις 17 Δεκεμβρίου και στη συνέχεια οι ψήφοι αυτές καταμετρώνται στο Κογκρέσο στις 6 Ιανουαρίου, οπότε και επιλέγεται επίσημα ο εκλεγμένος Πρόεδρος και ο εκλεγμένος Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.

Βέβαια, εφόσον ο αριθμός των πολιτειών είναι ζυγός (50), δυνητικά θα μπορούσε να υπάρξει ακόμη μία ισοψηφία. Εάν υπάρξει ισοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων για τη διαδικασία ανάδειξης Προέδρου, τότε η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται έως ότου ένας υποψήφιος μπορέσει να λάβει την πλειοψηφία. Ωστόσο, αν δεν υπάρξει νικητής μέχρι την ημέρα της ορκωμοσίας, τότε αναλαμβάνει καθήκοντα Προέδρου ο εκλεγμένος Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ που θα έχει ψηφιστεί από τη Γερουσία.

Επίσης, θα μπορούσε να υπάρξει ισοψηφία και στην ψηφοφορία για τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, εφόσον τα μέλη της Γερουσίας είναι 100, δηλαδή ζυγός αριθμός, πράγμα που σημαίνει ότι ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων θα εκτελούσε χρέη Προέδρου των ΗΠΑ από την ημέρα της ορκωμοσίας μέχρι να συμφωνηθεί επιτέλους ένας Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος. Επόμενος στη σειρά θα ήταν ο προσωρινός πρόεδρος της Γερουσίας ή έστω ένας αξιωματούχος του υπουργικού συμβουλίου.

Κρίσιμες εκλογές και για το Κογκρέσο

Πάντως, κάθε πολιτεία έχει μόνο μία ψήφο στη διάθεσή της σε περίπτωση ισοπαλίας στις αμερικανικές εκλογές, ανεξάρτητα από το μέγεθός της. Επομένως, αν ένα κόμμα έχει περισσότερους πολιτειακούς αντιπροσώπους από ένα άλλο, τότε αυτό το κόμμα θα έχει περισσότερες πιθανότητες να συγκεντρώσει τις 26 ψήφους που απαιτούνται σε μια διαδικασία ανάδειξης του Προέδρου μέσω της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Δεν είναι ακόμη γνωστό ποιο κόμμα – ή έστω αν κάποιο κόμμα – θα μπορέσει να έχει τον έλεγχο της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, επειδή οι αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου συμπίπτουν και με τις εκλογές για το Κογκρέσο, επομένως τα νεοεκλεγέντα μέλη του Κογκρέσου είναι και αυτά που θα ψηφίσουν σε περίπτωση ισοπαλίας στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.

Ωστόσο, αν αυτή η διαδικασία γινόταν τώρα, τότε οι Ρεπουμπλικάνοι θα είχαν το προβάδισμα στην εκλογή Προέδρου των ΗΠΑ επειδή έχουν 220 βουλευτές έναντι 211 των Δημοκρατικών και ελέγχουν 26 πολιτείες, ενώ οι Δημοκρατικοί θα είχαν το προβάδισμα στην ψηφοφορία για τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ επειδή έχουν 51 γερουσιαστές έναντι 49 των Ρεπουμπλικάνων.

Το παράδειγμα του 1800 και του 1824

Στην ιστορία των αμερικανικών εκλογών, η ισοπαλία ήταν το αποτέλεσμα στις κάλπες του 1800. Αυτό το αποτέλεσμα, μάλιστα, αποδείχθηκε τόσο προβληματικό που ανάγκασε τις ΗΠΑ να αλλάξουν τον σχετικό κανονισμό.

Επισημαίνεται ότι, εκείνη την εποχή, κανείς δεν έβαζε υποψηφιότητα για Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, αφού ο υποψήφιος που έπαιρνε τις περισσότερες ψήφους, γινόταν Πρόεδρος και ο πρώτος επιλαχών οριζόταν ως Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Μάλιστα, οι εκλέκτορες είχαν από δύο ψήφους ο καθένας. Οι ψήφοι των εκλεκτόρων καταμετρήθηκαν και ο Τόμας Τζέφερσον (Δημοκρατικοί – Ρεπουμπλικάνοι) και ο Άαρον Μπαρ (Δημοκρατικοί – Ρεπουμπλικάνοι) ισοψήφησαν, λαμβάνοντας τις περισσότερες ψήφους.

Κατόπιν, το Κογκρέσο δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιον ήθελε για την Προεδρία και έτσι χρειάστηκαν 36 ψήφοι για να κερδίσει τελικά ο Τόμας Τζέφερσον. Μέχρι τις επόμενες εκλογές, το Κογκρέσο είχε εισαγάγει τη 12η Τροπολογία, η οποία έδινε εντολή στους εκλέκτορες να δίνουν μία ψήφο για τον Πρόεδρο και μία ψήφο για τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.

Στις αμερικανικές εκλογές του 1824, τέσσερις υποψήφιοι μοιράστηκαν τις ψήφους των εκλεκτόρων. Ο Άντριου Τζάκσον (Δημοκρατικοί – Ρεπουμπλικάνοι) πήρε τις περισσότερες ψήφους, αλλά όχι την απαιτούμενη πλειοψηφία. Παρ’ όλα αυτά, ο αντίπαλός του, Τζον Κουίνσι Άνταμς (Δημοκρατικοί – Ρεπουμπλικάνοι), ψηφίστηκε από το Κογκρέσο ως ο επόμενος Πρόεδρος, παρά το γεγονός ότι είχε λιγότερες ψήφους στις κάλπες.

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη

Στα Παρασκήνια: Εκνευρισμός στο Μαξίμου μετά την ομιλία Καραμανλή*Παρότι στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πάει κόσμος να ψηφίσει, μπορεί να παρουσιάσουν και πλασματική συμμετοχή*Αν και πολύς κόσμος έχει φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πάει να ψηφίσει τον... Γκλέτσο