Γλυκά Νερά: «Βροχή» ερωτήσεων δέχθηκε ο κατηγορούμενος – Η ποινική μεταχείριση του δράστη και ο καλά φυλασσόμενος χώρος στις φυλακές


Προσωρινά κρατούμενος με ομόφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα κρίθηκε ο 
Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, κατηγορούμενος για ένα στυγερό έγκλημα που συγκλόνισε την κοινή γνώμη, τόσο για την αποτρόπαιη δολοφονία της 20χρονης συζύγου του όσο και για την πρωτοφανή προσπάθειά του να σκηνοθετήσει ανύπαρκτη ληστεία, εξαπατώντας τους πάντες και παραπλανώντας τις Αρχές. 

Η απολογία του καθ’ ομολογίαν δράστη κράτησε τουλάχιστον έξι ώρες, καθώς ο ανακριτής υπέβαλε βροχή ερωτήσεων στον κατηγορούμενο, επιχειρώντας να διαλευκάνει όλες τις πτυχές του αποτρόπαιου εγκλήματος και να απαντηθούν δεκάδες ερωτήματα που απασχολούν τις διωκτικές αρχές, αλλά και το κοινωνικό σύνολο, που παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις.

Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση που τελέστηκε σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά την πολύωρη παραμονή του στο ανακριτικό γραφείο, ενώπιος ενωπίω με τον ανακριτή, κατέβαλε προσπάθειες να πείσει ότι το έγκλημά του δεν ήταν προμελετημένο. Σύμφωνα με πληροφορίες ο ανακριτής, έχοντας στο τραπέζι όλα τα στοιχεία της συγκλονιστικής υπόθεσης, δεν πείστηκε ούτε κλονίστηκε από τα επιχειρήματα του κατηγορουμένου. Τόσο ο ίδιος ο ανακριτής όσο και ο εισαγγελέας Αντώνης Ελευθεριάνος –που και αυτός υπέβαλε σειρά ερωτήσεων– έμειναν ακλόνητοι στη θέση που περιγράφεται στο κατηγορητήριο: ότι η άτυχη Καρολάιν οδηγήθηκε σε αγωνιώδη θάνατο από ασφυξία, όταν ο δράστης την έπνιξε με μαξιλάρι.

Ο ίδιος ο κατηγορούμενος, χωρίς να αναιρέσει όσα κατά την προανακριτική απολογία του έχει ομολογήσει, ότι δολοφόνησε την Καρολάιν, προσπάθησε να πείσει ότι το έγκλημά του δεν είχε προμελετηθεί και να «διογκώσει» το τι προηγήθηκε του εγκλήματός του. Δηλαδή τις εντάσεις, τον καβγά και τις λεκτικές αντεγκλήσεις που προηγήθηκαν ανάμεσα στον ίδιο και στην άτυχη 20χρονη. Ομως το δεδομένο ότι, λίγα λεπτά μετά τον βασανιστικό θάνατο της Καρολάιν και την πρωτοφανή ενέργειά του να ακουμπήσει στη νεκρή κοπέλα το μωράκι τους, δολοφόνησε με πρωτοφανή αγριότητα και τον σκύλο της οικογένειας κατέρριψε κατά τις δικαστικές αρχές και το τελευταίο επιχείρημα περί εγκλήματος εν βρασμώ ψυχής.

Ψυχρός και ανέκφραστος

Ο καθ’ ομολογίαν δράστης της στυγερής δολοφονίας προσήλθε στην ανάκριση ανέκφραστος, όπως και όταν εμφανίστηκε στον εισαγγελέα, συνοδευόμενος από μεγάλη αστυνομική δύναμη, ενώ πολλοί από τους πολίτες που εκείνη την ώρα βρέθηκαν στα δικαστήρια τον αποδοκίμασαν. Το έγκλημά του, από τα πλέον σοκαριστικά των εγκληματολογικών μας χρονικών, έχει δημιουργήσει αποτροπιασμό στην κοινή γνώμη και οργή στους πολίτες, που όσοι βρέθηκαν στα δικαστήρια εκδήλωσαν την αποδοκιμασία τους.

Οσον αφορά την υπερασπιστική γραμμή του καθ’ ομολογίαν δολοφόνου, ο δικηγόρος του, Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης, ανέφερε πως ο ανακριτής υπέβαλε καταιγισμό ερωτήσεων για όλα: τη ζωή του με την Καρολάιν, τις εντάσεις μεταξύ τους, το αποτρόπαιο έγκλημα και το μετά, με τη σκηνοθεσία του κατηγορουμένου για δήθεν ληστεία στο σπίτι, που περιλάμβανε τη θανάτωση του σκύλου, το δέσιμο της άτυχης κοπέλας, το δέσιμο του δράστη και τα τηλεφωνήματα στις Αρχές. Η υπερασπιστική γραμμή του Αναγνωστόπουλου, πως θόλωσε, πως οδηγήθηκε στο στυγερό έγκλημα από την ένταση και την αδιέξοδη ψυχική του κατάσταση της στιγμής, λόγω της αντιμετώπισης του παιδιού τους κατά τον καβγά του ζευγαριού, δεν στάθηκαν στοιχεία ικανά για να κλονίσουν το κατηγορητήριο. Ούτε βέβαια οι ισχυρισμοί του πως οδηγήθηκε στη σκηνοθεσία της ληστείας και στα ψέματα που ακολούθησαν για χάρη του παιδιού του, να μείνει έστω με τον πατέρα του, μπόρεσαν να κλονίσουν –ούτε κατ’ ελάχιστο– την πεποίθηση των ανακριτικών αρχών περί της ενοχής του. Ο ίδιος κατέθεσε δύο αιτήματα: να γίνει πραγματογνωμοσύνη για την κάρτα της κάμερας και να εξεταστούν συγγενικά του πρόσωπα.

Η ποινική μεταχείριση του δράστη

Το στυγερό έγκλημα στα Γλυκά Νερά με τον φόνο της 20χρονης Καρολάιν από τον σύζυγό της και όσα ακολούθησαν με την πρωτοφανή σκηνοθεσία του για δήθεν ληστεία μετά φόνου, που διαθέτει στοιχεία μοναδικής εγκληματικότητας, αν κριθεί από το δικαστήριο με την κατηγορία όπως είναι τώρα οδηγεί σε καταδίκη του σε ισόβια. Και βέβαια ξεχωριστές ποινές για τη θανάτωση του σκύλου αλλά και για την παραπλάνηση των αρχών. Μια τέτοια καταδίκη, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, σημαίνει πως ο κατηγορούμενος θα μείνει στη φυλακή 16 χρόνια για τον στυγερό φόνο της 20χρονης Καρολάιν και θα έχει και κάποιες μικρότερες ποινές για τα υπόλοιπα εγκλήματα που αντιμετωπίζει. Αν όμως το δικαστήριο οδηγηθεί σε καταδίκη είτε για έγκλημα που τελέστηκε εν βρασμώ ψυχής είτε αναγνωρίζοντάς του ελαφρυντικό, τότε η ποινή θα κατακρημνιστεί φθάνοντας τα 15 χρόνια ή και λιγότερο, με αποτέλεσμα ο χρόνος έκτισής της να περιοριστεί περίπου στα έξι χρόνια.

Πολλοί θέτουν το ερώτημα: Αν αλλάξει ο νόμος, ενόψει του ότι επίκεινται αλλαγές άμεσα στον Ποινικό Κώδικα, μπορεί να μείνει ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος στη φυλακή για περισσότερα χρόνια; H απάντηση δικαστικών και νομικών είναι όχι. Το Σύνταγμα απαγορεύει –σε κάθε περίπτωση– την αναδρομική εφαρμογή του ποινικού νόμου. Ομως, νομικοί και δικαστικοί προτείνουν αλλαγές που μπορεί να έχουν πρακτική εφαρμογή και σε εκκρεμείς υποθέσεις. Προτείνουν να αλλάξουν επί το αυστηρότερον οι προϋποθέσεις για την υφ’ όρον απόλυση, ώστε οι ισοβίτες που βγαίνουν στα 16 να μην μπορούν να βγουν, μένοντας «μέσα» τουλάχιστον έως 20 χρόνια. Αυτό αν νομοθετηθεί τώρα, μπορεί να ισχύσει άμεσα και για παλιές και για μελλοντικές υποθέσεις.

Ζήτησε τιμωρία χωρίς προφυλάκιση

Σε κάθε περίπτωση, κατά την 5ωρη απολογία του ο κατηγορούμενος φαίνεται πως δεν έπεισε ούτε το 12ο τακτικό ανακριτή Παναγιώτη Παναγιώτου, ούτε και τον εισαγγελέα γνωμοδοτήσεων, οι οποίοι συμφώνησαν ότι ο 33χρονος πιλότος έπρεπε να κριθεί προφυλακιστέος. Το «σφυροκόπημα» ερωτήσεων των δύο λειτουργών της Δικαιοσύνης αφορούσε στη στιγμή της δολοφονίας, σε εκείνα τα πέντε λεπτά που -κατά τον ίδιο- χρειάστηκαν για να φύγει από τη ζωή η Καρολάιν. Ωστόσο, φαίνεται πως οι περιγραφές δεν ήταν επαρκείς παρά τις επίμονες ερωτήσεις, με τον κατηγορούμενο να επιμένει πως το μόνο που τον απασχολούσε, ήταν ότι η 11 μηνών Λυδία θα έμενε χωρίς γονείς.

«Ουδεμία προπαρασκευαστική ενέργεια έχω πράξει για να διευκολύνω τη φυγή μου αλλά αντιθέτως οποτεδήποτε εκλήθην από τις αρχές παρουσιάστηκα αυτοβούλως και αμέσως χωρίς να δημιουργήσω το παραμικρό πρόβλημα ή να παρακωλύσω τη ποινική διαδικασία. Επίσης ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξα φυγόποινος ή φυγόδικος, έχω μόνιμο και σταθερό εισόδημα και σε καμία περίπτωση δεν βαρύνομαι με παραβίαση περιορισμών διαμονής ή απόδραση ούτε αμετάκλητες καταδίκες για ομοειδείς ή και άλλες αξιόποινες πράξεις» αναφέρει στο τέλος του υπομνήματος του.

Αναφορικά πάντως, με την ουσία της υπόθεσης στο ολιγοσέλιδο έγγραφό του, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος δεν αναφέρθηκε σε λεπτομέρειες αναφορικά με την ανθρωποκτονία της Καρολάιν, ενώ δεν έκανε καμία αναφορά στο δεύτερο κακούργημα που αφορά στη θανάτωση του σκύλου.

Με το απολογητικό του υπόμνημα, ο 33χρονος πιλότος μπορεί να ζήτησε συγγνώμη για τις πράξεις του, αλλά την ίδια στιγμή υποστήριξε ότι «έτερα γεγονότα πυροδότησαν την κατάσταση», «δείχνοντας» προς την πλευρά της Καρολάιν. «Τίποτα δεν είχε προαποφασιστεί», «δεν υπήρχε κανένα απολύτως κίνητρο» θα επισημάνει, κάνοντας λόγο για «ψυχολογικές μεταπτώσεις» που οδήγησαν σε «επιθετικές εξάρσεις και ξεσπάσματα απέναντί μου».

Πριν περιγράψει τη γνωριμία του με την Καρολάιν στην Αλόννησο, όπως άλλωστε έχει περιγράψει και προανακριτικά ο κατηγορούμενος, τόνισε στο έγγραφο: «Έχω μετανιώσει πραγματικά για την πράξη μου αυτή. Κατέστρεψα τη ζωή μου και την οικογένειά μου. Έχω πλήρη γνώση πως η συγνώμη είναι μια πολύ μικρή λέξη και σε καμία περίπτωση δεν αρκεί για να απαλύνει το πόνο που προκάλεσα» και εμμένοντας στα όσα έχει πει στις αστυνομικές αρχές κατέληξε: «Ως προς τη μέρα του τραγικού γεγονότος θα ήθελα να αναφέρω ουδέποτε το είχα προσχεδιάσει και δεν υπήρχε κανένα απολύτως κίνητρο».

Σε φυλασσόμενο χώρο στις φυλακές Κορυδαλλού

Απευθείας από τα Δικαστήρια της Ευελπίδων, ο συζυγοκτόνος που συντάραξε την κοινή γνώμη, με τις πράξεις τους και τους θεατρινισμούς του, οδηγείται στις Φυλακές Κορυδαλλού.

Η διοίκηση των Φυλακών ήταν ήδη ενήμερη για το ενδεχόμενο και είχε πάρει τα μέτρα της ώστε για την προσωπική του ασφάλεια να μην έρθει σε επαφή με άλλους κρατούμενους, παρά μόνο με άτομο ελεγχόμενο από την διοίκηση των Φυλακών που θα είναι στο ίδιο κελί μαζί του και αφού πρώτα εξεταστεί από τους γιατρούς των Φυλακών και τον ψυχίατρο, όπου ανάλογα με τις γνωματεύσεις του θα γίνουν και οι ανάλογες προτάσεις για το κελί και την πτέρυγα που θα οδηγηθεί.

Σε κάθε περίπτωση όμως θα βρίσκεται επιτηρούμενος και μακριά από άλλους κρατούμενους που θα μπορούσαν να του επιτεθούν.

ΠΗΓΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ NEWS247

 

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη