Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης
Ο Ναξιώτης Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης υπήρξε διακεκριμένος μηχανικός του 19ου αιώνα και από τους πρώτους καθηγητές του νεοσύστατου Σχολείου των Βιομηχάνων Τεχνών (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, από το 1914). Ασχολήθηκε και με την πολιτική, εκλεγείς επανειλημμένα βουλευτής Παροναξίας και Κυκλάδων. Στο τελευταίο στάδιο του Μικρασιατικού Πολέμου ανέλαβε την πρωθυπουργία της Ελλάδας και χρεώθηκε πολιτικά την ήττα των ελληνικών όπλων. Εξ αυτού του λόγου, δικάστηκε από Έκτακτο Στρατοδικείο («Δίκη των Έξι»), καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού στο Γουδή στις 15 Νοεμβρίου 1922.
Γέννηση και σπουδές
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1859 στην Απείρανθο της Νάξου και ήταν γιος του εκπαιδευτικού Εμμανουήλ Πρωτοπαπαδάκη. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρά του και τελείωσε το δημοτικό στη Χώρα της Νάξου. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Σύρο, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του το 1878. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ένα μήνα μετά διέκοψε τις σπουδές του και μετέβη στο Παρίσι, χωρίς να υπολογίζει σε ουδεμία απολύτως υποστήριξη και με μοναδικό εφόδιο την ισχυρή του θέληση και τη πλήρη γνώση της ελληνικής γλώσσας, από τη διδασκαλία της οποίας για μεγάλο χρονικό διάστημα προσποριζόταν τα προς το ζην και χρηματοδοτούσε τις σπουδές του. Να σημειωθεί ότι παρά το αυστηρό γλωσσικό πνεύμα της εποχής του, υπήρξε θιασώτης της δημοτικής.
Επί δύο χρόνια (1879 - 1881) σπούδασε ανώτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία ως εσωτερικός μαθητής του Λυκείου Σεν-Λουί, οικοδομική και μεταλλειολογία στην Πολυτεχνική Σχολή (1881-1883) και την Εθνική Σχολή Μεταλλείων των Παρισίων (1883-1887) και συγχρόνως σιδηροδρομική στην Εθνική Σχολή του Πον-ε-Σοσέ. Το 1885 διέκοψε τις σπουδές του και ήλθε στην Ελλάδα, λόγω της επιστράτευσης, και υπηρέτησε στο επιτελείο τού στρατηγού Βοσέρ, αρχηγού της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1859 στην Απείρανθο της Νάξου και ήταν γιος του εκπαιδευτικού Εμμανουήλ Πρωτοπαπαδάκη. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρά του και τελείωσε το δημοτικό στη Χώρα της Νάξου. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Σύρο, όπου ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του το 1878. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ένα μήνα μετά διέκοψε τις σπουδές του και μετέβη στο Παρίσι, χωρίς να υπολογίζει σε ουδεμία απολύτως υποστήριξη και με μοναδικό εφόδιο την ισχυρή του θέληση και τη πλήρη γνώση της ελληνικής γλώσσας, από τη διδασκαλία της οποίας για μεγάλο χρονικό διάστημα προσποριζόταν τα προς το ζην και χρηματοδοτούσε τις σπουδές του. Να σημειωθεί ότι παρά το αυστηρό γλωσσικό πνεύμα της εποχής του, υπήρξε θιασώτης της δημοτικής.
Επί δύο χρόνια (1879 - 1881) σπούδασε ανώτερα μαθηματικά, φυσική και χημεία ως εσωτερικός μαθητής του Λυκείου Σεν-Λουί, οικοδομική και μεταλλειολογία στην Πολυτεχνική Σχολή (1881-1883) και την Εθνική Σχολή Μεταλλείων των Παρισίων (1883-1887) και συγχρόνως σιδηροδρομική στην Εθνική Σχολή του Πον-ε-Σοσέ. Το 1885 διέκοψε τις σπουδές του και ήλθε στην Ελλάδα, λόγω της επιστράτευσης, και υπηρέτησε στο επιτελείο τού στρατηγού Βοσέρ, αρχηγού της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής.
Ακαδημαϊκή και επαγγελματική καριέρα
Πέτρος ΠρωτοπαπαδάκηςΑπό το 1887, οπότε επανήλθε οριστικά στην Ελλάδα, εργάστηκε ως καθηγητής της Στρατιωτικής Σχολής των Ευελπίδων, όπου δίδαξε ατμομηχανική, υδραυλική και αντοχή της ύλης και από τον επόμενο χρόνο ως καθηγητής της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων (1887-1890) στο μάθημα της Εφαρμοσμένης Μηχανικής. Παράλληλα, εργαζόταν ως αρχιμηχανικός των σιδηροδρόμων Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ). Το 1889 εξελέγη καθηγητής Λιμενικών και Υδραυλικών Έργων στο Σχολείο των Βιομηχάνων Τεχνών (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, από το 1914). Κατά την περίοδο αυτή εξέδωσε τις παραδόσεις του στις στρατιωτικές σχολές και τη μελέτη του «Κινητική καί δυναμική του σημείου».
Το 1890 ανέλαβε διευθυντής των έργων τομής του Ισθμού της Κορίνθου και ήταν ο μόνος έλληνας μηχανικός, ο οποίος, κατά την εποχή εκείνη, μπορούσε να αναλάβει την εκτέλεση ενός τέτοιου σοβαρού και δυσχερούς έργου. Για την επιτυχή αποπεράτωσή του τού απονεμήθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ο Χρυσούς Σταυρός του Σωτήρος. Δικαίως θεωρείτο ως ο καλύτερος μηχανικός που διέθετε η χώρα εκείνη την περίοδο.
Το 1893 ανέλαβε την κατασκευή τμήματος του σιδηροδρόμου Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και το επόμενο έτος την απόφραξη και στερέωση επισφαλών τμημάτων του Ισθμού της Κορίνθου. Τις περιόδους 1899 – 1900 και 1914 – 1915 διετέλεσε διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αθηναίων και συνέταξε μελέτες για την υδροδότηση της πρωτεύουσας.
Το 1899 ίδρυσε μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα, τον Γεώργιο Δροσίνη και άλλους τον Σύλλογον προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, στη σειρά των εκδόσεων του οποίου ξεχωριστή θέση κατείχαν τα βιβλία του «Ήλιος, Ζωή και Κίνησις» και «Η Γη».
Η πολιτική διαδρομή του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Στην πολιτική ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης αναμίχθηκε το 1902 και στις εκλογές εκείνης της χρονιάς εξελέγη βουλευτής Παροναξίας, παρότι ανεξάρτητος και παρά την εναντίον του πολεμική από το Δηληγιαννικό Κόμμα, το οποίο και δια του αρχηγού του ακόμη με φανατισμό υποστήριξε την υποψηφιότητα του στρατηγού Μυκωνίου. Επανεξελέγη το 1906, το 1915 και το 1920. Πολιτεύτηκε με την παράταξη του Γεωργίου Θεοτόκη και αργότερα με το Λαϊκό Κόμμα, του οποίου υπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Δημήτριο Γούναρη.
Κατά τη διάρκεια της βουλευτικής θητείας του την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, συνέταξε εμπεριστατωμένη εισήγηση προς τη Βουλή για τη σμύριδα Νάξου, η οποία δημοσιεύτηκε τότε δαπάναις της Βουλής, παρότι ο ίδιος ανήκε στην αντιπολίτευση. Ιδιαίτερα διακρίθηκε για την έκθεσή του επί του προϋπολογισμού του 1907, ως εισηγητής της μειοψηφίας. Η εισήγησή του αυτή, η οποία, κατά κοινή ομολογία, διακρινόταν για την πρωτοφανή για την εποχή εκείνην εμβρίθεια, αποτέλεσε τη βάση και τον οδηγό για τη μετέπειτα σύνταξη των προϋπολογισμών του Κράτους για σειρά ετών.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, την ημέρα της ορκωμοσίας του ως πρωθυπουργόςΥπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Στέφανο Δραγούμη, τον Δημήτριο Γούναρη και άλλους της «Ομάδας των Ιαπώνων» (1906 – 1908), που επιχείρησε να φέρει έναν αέρα ανανέωσης στην ελληνική πολιτική σκηνή. Για ένα εξάμηνο (25 Φεβρουαρίου – 10 Αυγούστου 1915) διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη.
Το 1917, όταν τη διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης ιδιώτευσε και το 1919 αναχώρησε οικογενειακώς για την Ιταλία κι εγκαταστάθηκε για ένα χρόνο στη Σιένα, όπου διέμενε και ο εξόριστος Δημήτριος Γούναρης. Την περίοδο αυτή συνέγραψε έργα μαθηματικού περιεχομένου, με κυριότερο μια μελέτη για τις κωνικές τομές, την οποία μετέφρασε ο ίδιος στα γαλλικά.
Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας διετέλεσε υπουργός Επισιτισμού και προσωρινά Οικονομικών (24 Ιανουαρίου – 26 Μαρτίου 1921) στην κυβέρνηση του Νικολάου Καλογερόπουλου και διατήρησε τα δυο χαρτοφυλάκια και στις διαδοχικές κυβερνήσεις του Δημητρίου Γούναρη (26 Μαρτίου 1921 – 3 Μαΐου 1922). Στις 25 Μαρτίου 1922 πραγματοποίησε με εξαιρετική πολιτική τόλμη το αναγκαστικό δάνειο διχοτομώντας τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης ανέλαβε την πρωθυπουργία στις 9 Μαΐου 1922, μετά την αποτυχία του Νικολάου Στράτου να εξασφαλίσει υποστήριξη από τη Βουλή και παρέμεινε επικεφαλής της κυβέρνησης μέχρι τις 28 Αυγούστου 1922, οπότε είχε καταρρεύσει το μέτωπο στη Μικρά Ασία. Παράλληλα, εκτελούσε καθήκοντα υπουργού Στρατιωτικών (22 Μαΐου – 29 Αυγούστου), Συγκοινωνίας (4 – 28 Αυγούστου 1922) και Εθνικής Οικονομίας (13 – 28 Αυγούστου 1922).
Πέτρος ΠρωτοπαπαδάκηςΑπό το 1887, οπότε επανήλθε οριστικά στην Ελλάδα, εργάστηκε ως καθηγητής της Στρατιωτικής Σχολής των Ευελπίδων, όπου δίδαξε ατμομηχανική, υδραυλική και αντοχή της ύλης και από τον επόμενο χρόνο ως καθηγητής της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων (1887-1890) στο μάθημα της Εφαρμοσμένης Μηχανικής. Παράλληλα, εργαζόταν ως αρχιμηχανικός των σιδηροδρόμων Πελοποννήσου (ΣΠΑΠ). Το 1889 εξελέγη καθηγητής Λιμενικών και Υδραυλικών Έργων στο Σχολείο των Βιομηχάνων Τεχνών (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, από το 1914). Κατά την περίοδο αυτή εξέδωσε τις παραδόσεις του στις στρατιωτικές σχολές και τη μελέτη του «Κινητική καί δυναμική του σημείου».
Το 1890 ανέλαβε διευθυντής των έργων τομής του Ισθμού της Κορίνθου και ήταν ο μόνος έλληνας μηχανικός, ο οποίος, κατά την εποχή εκείνη, μπορούσε να αναλάβει την εκτέλεση ενός τέτοιου σοβαρού και δυσχερούς έργου. Για την επιτυχή αποπεράτωσή του τού απονεμήθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ο Χρυσούς Σταυρός του Σωτήρος. Δικαίως θεωρείτο ως ο καλύτερος μηχανικός που διέθετε η χώρα εκείνη την περίοδο.
Το 1893 ανέλαβε την κατασκευή τμήματος του σιδηροδρόμου Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και το επόμενο έτος την απόφραξη και στερέωση επισφαλών τμημάτων του Ισθμού της Κορίνθου. Τις περιόδους 1899 – 1900 και 1914 – 1915 διετέλεσε διευθυντής των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Αθηναίων και συνέταξε μελέτες για την υδροδότηση της πρωτεύουσας.
Το 1899 ίδρυσε μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα, τον Γεώργιο Δροσίνη και άλλους τον Σύλλογον προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, στη σειρά των εκδόσεων του οποίου ξεχωριστή θέση κατείχαν τα βιβλία του «Ήλιος, Ζωή και Κίνησις» και «Η Γη».
Η πολιτική διαδρομή του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Στην πολιτική ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης αναμίχθηκε το 1902 και στις εκλογές εκείνης της χρονιάς εξελέγη βουλευτής Παροναξίας, παρότι ανεξάρτητος και παρά την εναντίον του πολεμική από το Δηληγιαννικό Κόμμα, το οποίο και δια του αρχηγού του ακόμη με φανατισμό υποστήριξε την υποψηφιότητα του στρατηγού Μυκωνίου. Επανεξελέγη το 1906, το 1915 και το 1920. Πολιτεύτηκε με την παράταξη του Γεωργίου Θεοτόκη και αργότερα με το Λαϊκό Κόμμα, του οποίου υπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Δημήτριο Γούναρη.
Κατά τη διάρκεια της βουλευτικής θητείας του την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα, συνέταξε εμπεριστατωμένη εισήγηση προς τη Βουλή για τη σμύριδα Νάξου, η οποία δημοσιεύτηκε τότε δαπάναις της Βουλής, παρότι ο ίδιος ανήκε στην αντιπολίτευση. Ιδιαίτερα διακρίθηκε για την έκθεσή του επί του προϋπολογισμού του 1907, ως εισηγητής της μειοψηφίας. Η εισήγησή του αυτή, η οποία, κατά κοινή ομολογία, διακρινόταν για την πρωτοφανή για την εποχή εκείνην εμβρίθεια, αποτέλεσε τη βάση και τον οδηγό για τη μετέπειτα σύνταξη των προϋπολογισμών του Κράτους για σειρά ετών.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, την ημέρα της ορκωμοσίας του ως πρωθυπουργόςΥπήρξε συνιδρυτής μαζί με τον Στέφανο Δραγούμη, τον Δημήτριο Γούναρη και άλλους της «Ομάδας των Ιαπώνων» (1906 – 1908), που επιχείρησε να φέρει έναν αέρα ανανέωσης στην ελληνική πολιτική σκηνή. Για ένα εξάμηνο (25 Φεβρουαρίου – 10 Αυγούστου 1915) διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη.
Το 1917, όταν τη διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης ιδιώτευσε και το 1919 αναχώρησε οικογενειακώς για την Ιταλία κι εγκαταστάθηκε για ένα χρόνο στη Σιένα, όπου διέμενε και ο εξόριστος Δημήτριος Γούναρης. Την περίοδο αυτή συνέγραψε έργα μαθηματικού περιεχομένου, με κυριότερο μια μελέτη για τις κωνικές τομές, την οποία μετέφρασε ο ίδιος στα γαλλικά.
Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας διετέλεσε υπουργός Επισιτισμού και προσωρινά Οικονομικών (24 Ιανουαρίου – 26 Μαρτίου 1921) στην κυβέρνηση του Νικολάου Καλογερόπουλου και διατήρησε τα δυο χαρτοφυλάκια και στις διαδοχικές κυβερνήσεις του Δημητρίου Γούναρη (26 Μαρτίου 1921 – 3 Μαΐου 1922). Στις 25 Μαρτίου 1922 πραγματοποίησε με εξαιρετική πολιτική τόλμη το αναγκαστικό δάνειο διχοτομώντας τα κυκλοφορούντα τραπεζογραμμάτια.
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης ανέλαβε την πρωθυπουργία στις 9 Μαΐου 1922, μετά την αποτυχία του Νικολάου Στράτου να εξασφαλίσει υποστήριξη από τη Βουλή και παρέμεινε επικεφαλής της κυβέρνησης μέχρι τις 28 Αυγούστου 1922, οπότε είχε καταρρεύσει το μέτωπο στη Μικρά Ασία. Παράλληλα, εκτελούσε καθήκοντα υπουργού Στρατιωτικών (22 Μαΐου – 29 Αυγούστου), Συγκοινωνίας (4 – 28 Αυγούστου 1922) και Εθνικής Οικονομίας (13 – 28 Αυγούστου 1922).
Η σύλληψη και η καταδίκη σε θάνατο
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1922 ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης συνελήφθη, κατόπιν διαταγής της Επαναστατικής Επιτροπής και δικάστηκε ως ένας από τους πρωταιτίους της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στην απολογία του υποστήριξε μεταξύ άλλων: «...Αντί απολογίας, κύριοι δικασταί, δια την κατηγορίαν της εσχάτης προδοσίας, η οποία μάς απεδόθη, επιτρέψατε, μοι να εκφέρω μίαν, ευχήν, η οποία θα αποτελέση. και τας τελευταίας λέξεις του πολιτικού μου σταδίου. Επιτρέψατε μοι να ευχηθώ, όπως ο εξευτελισμός, τον οποίον υπέστησαν μέχρι σήμερον τα ανώτατα αξιώματα του Κράτους εν τω προσώπω μου και εν τω προσώπω των συναδέλφων μου, μη παρεμποδίση όσους , ακόμη δύνανται να προσφέρωσιν υπηρεσίας εις την Πατρίδα να τας προσφέρωσι».
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης καταδικάστηκε σε θάνατο στις 15 Νοεμβρίου 1922 και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού αυθημερόν στο Γουδή. Την πολιτική διαδρομή του ακολούθησαν ο γιος του Αριστείδης Πρωταπαπαδάκης (1906 – 1966), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με το Λαϊκό Κόμμα, τον Ελληνικό Συναγερμό και την ΕΡΕ και ο εγγονός του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης (γ. 1933), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με τη Νέα Δημοκρατία τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Η δικαίωση του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Άγαλμα του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη στη ΝάξοΗ πολιτική δικαίωση για τον Πρωτοπαπαδάκη ήλθε δέκα χρόνια αργότερα, από τον αρχηγό της αντίπαλης παράταξης, Ελευθέριο Βενιζέλο. Μιλώντας στη Βουλή, στις 31 Μαρτίου 1933, ο Βενιζέλος ανέφερε χαρακτηριστικά: «...Πρέπει δε να είπω ένα πράγμα, βέβαια, ότι από τους ανθρώπους εκείνους, επί των οποίων εγένετο η εκτέλεσίς της αποφάσεως του Στρατοδικείου, ο αδικώτερον τυφεκισθείς είναι ο μακαρίτης Πρωτοπαπαδάκης. Φοβούμαι, ότι η καταδίκη και η εκτέλεσίς του ωφείλετο κυρίως εις μίαν ανδρικήν πράξιν, την οποίαν έκαμε, εις το να προτίμηση να κόψη το χαρτονόμισμα είς δύο, παρά ν’ αρχίση να εκτυπώνη χαρτονομίσματα και να καταντήση την δραχμήν εις την τύχην του μάρκου. Θεωρώ, ότι σπανίως προσεφέρθη μεγάλη υπηρεσία εις μίαν χώραν, από εκείνην, την οποίαν προσέφερε τότε ο Πρωτοπαδάκης».
Χρόνια αργότερα, ο αρχηγός της Ενώσεως των Δημοκρατικών, Αριστερών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, μιλώντας στη Βουλή κατά τη συνεδρίαση της 15ης Νοεμβρίου 1950, ανέφερε, μεταξύ άλλων, για τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη: «...Είχα γνωρίσει εκ του σύνεγγυς τον ιδρυτήν του Λαϊκού Κόμματος Δημήτριον Γούναρην καί τον συνιδρυτήν του Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην καί έτρεφα προς αυτούς εκτίμησιν ως προς εντίμους πολιτικούς. Δεν θά είχα μάλιστα κάνενα δισταγμόν να χαρακτηρίσω τον Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην ως τον πλέον άσπιλον διαχειριστήν του δημοσίου χρήματος και τον πραγματικόν κέρβερον του δημοσίου θησαυρού...».
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης δικαιώθηκε δικαστικά, όπως και οι άλλοι πέντε εκτελεσθέντες της «Δίκης των Εξ», από τον Άρειο Πάγο. Στις 20 Ιανουαρίου 2008, ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο και ζήτησε με αίτησή του την ακύρωση της απόφασης του Εκτάκτου Στρατοδικείου της 15ης Νοεμβρίου 1922 και την επανάληψη της διαδικασίας (δίκης), με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων, σύμφωνα με το άρθρο 525 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1922 ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης συνελήφθη, κατόπιν διαταγής της Επαναστατικής Επιτροπής και δικάστηκε ως ένας από τους πρωταιτίους της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στην απολογία του υποστήριξε μεταξύ άλλων: «...Αντί απολογίας, κύριοι δικασταί, δια την κατηγορίαν της εσχάτης προδοσίας, η οποία μάς απεδόθη, επιτρέψατε, μοι να εκφέρω μίαν, ευχήν, η οποία θα αποτελέση. και τας τελευταίας λέξεις του πολιτικού μου σταδίου. Επιτρέψατε μοι να ευχηθώ, όπως ο εξευτελισμός, τον οποίον υπέστησαν μέχρι σήμερον τα ανώτατα αξιώματα του Κράτους εν τω προσώπω μου και εν τω προσώπω των συναδέλφων μου, μη παρεμποδίση όσους , ακόμη δύνανται να προσφέρωσιν υπηρεσίας εις την Πατρίδα να τας προσφέρωσι».
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης καταδικάστηκε σε θάνατο στις 15 Νοεμβρίου 1922 και εκτελέστηκε δια τυφεκισμού αυθημερόν στο Γουδή. Την πολιτική διαδρομή του ακολούθησαν ο γιος του Αριστείδης Πρωταπαπαδάκης (1906 – 1966), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με το Λαϊκό Κόμμα, τον Ελληνικό Συναγερμό και την ΕΡΕ και ο εγγονός του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης (γ. 1933), που εξελέγη βουλευτής Κυκλάδων με τη Νέα Δημοκρατία τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Η δικαίωση του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Άγαλμα του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη στη ΝάξοΗ πολιτική δικαίωση για τον Πρωτοπαπαδάκη ήλθε δέκα χρόνια αργότερα, από τον αρχηγό της αντίπαλης παράταξης, Ελευθέριο Βενιζέλο. Μιλώντας στη Βουλή, στις 31 Μαρτίου 1933, ο Βενιζέλος ανέφερε χαρακτηριστικά: «...Πρέπει δε να είπω ένα πράγμα, βέβαια, ότι από τους ανθρώπους εκείνους, επί των οποίων εγένετο η εκτέλεσίς της αποφάσεως του Στρατοδικείου, ο αδικώτερον τυφεκισθείς είναι ο μακαρίτης Πρωτοπαπαδάκης. Φοβούμαι, ότι η καταδίκη και η εκτέλεσίς του ωφείλετο κυρίως εις μίαν ανδρικήν πράξιν, την οποίαν έκαμε, εις το να προτίμηση να κόψη το χαρτονόμισμα είς δύο, παρά ν’ αρχίση να εκτυπώνη χαρτονομίσματα και να καταντήση την δραχμήν εις την τύχην του μάρκου. Θεωρώ, ότι σπανίως προσεφέρθη μεγάλη υπηρεσία εις μίαν χώραν, από εκείνην, την οποίαν προσέφερε τότε ο Πρωτοπαδάκης».
Χρόνια αργότερα, ο αρχηγός της Ενώσεως των Δημοκρατικών, Αριστερών Ιωάννης Σοφιανόπουλος, μιλώντας στη Βουλή κατά τη συνεδρίαση της 15ης Νοεμβρίου 1950, ανέφερε, μεταξύ άλλων, για τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη: «...Είχα γνωρίσει εκ του σύνεγγυς τον ιδρυτήν του Λαϊκού Κόμματος Δημήτριον Γούναρην καί τον συνιδρυτήν του Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην καί έτρεφα προς αυτούς εκτίμησιν ως προς εντίμους πολιτικούς. Δεν θά είχα μάλιστα κάνενα δισταγμόν να χαρακτηρίσω τον Πέτρον Πρωτοπαπαδάκην ως τον πλέον άσπιλον διαχειριστήν του δημοσίου χρήματος και τον πραγματικόν κέρβερον του δημοσίου θησαυρού...».
Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης δικαιώθηκε δικαστικά, όπως και οι άλλοι πέντε εκτελεσθέντες της «Δίκης των Εξ», από τον Άρειο Πάγο. Στις 20 Ιανουαρίου 2008, ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο και ζήτησε με αίτησή του την ακύρωση της απόφασης του Εκτάκτου Στρατοδικείου της 15ης Νοεμβρίου 1922 και την επανάληψη της διαδικασίας (δίκης), με το αιτιολογικό της ύπαρξης νέων στοιχείων, σύμφωνα με το άρθρο 525 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Τα νέα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αιτών ήταν μια επιστολή του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παναγή Τσαλδάρη (Ιανουάριος 1929) και ένα απόσπασμα από την ομιλία του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Βουλή στις 31 Μαρτίου 1932. Στις 20 Οκτωβρίου 2010 το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου εξέδωσε την απόφασή του κι έκανε δεκτή την αίτηση του Μιχαήλ Πρωτοπαπαδάκη, κρίνοντας αθώους τους έξι καταδικασθέντες σε θάνατο. Συγκεκριμένα, με την απόφαση 1675/2010 το Ζ' Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου ακύρωσε την απόφαση του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών ως προς όλους τους καταδικασμένους για εσχάτη προδοσία και έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.
Εργογραφία Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη
Ατμομηχανική
Υδραυλική
Αντοχή της Ύλης
Κινητική και Δυναμική του Σημείου
Κωνικοί Τομαί
Άλγεβρα
Γεωμετρία
Περί Ναξίας σμύριδος
Ήλιος, Ζωή και Κίνησις
Η Γη
Εισήγησις Μειοψηφίας εις Προϋπολογισμόν.
Υδραυλική
Αντοχή της Ύλης
Κινητική και Δυναμική του Σημείου
Κωνικοί Τομαί
Άλγεβρα
Γεωμετρία
Περί Ναξίας σμύριδος
Ήλιος, Ζωή και Κίνησις
Η Γη
Εισήγησις Μειοψηφίας εις Προϋπολογισμόν.
Πηγή: SanSimera.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Καλωσήρθατε στον χώρο σχολίων του Αντικειμενικότητα. Να θυμάστε ότι κάθε άποψη είναι δεχτή εκτός αν προσβάλει ή θίγει τον άλλον όποτε παρακαλώ ο σχολιασμός σας να είναι κόσμιος.