Ρούλα Πισπιρίγκου: Το υπόμνημα για την απόπειρα ανθρωποκτονίας της Τζωρτζίνας
Ένα οκτασέλιδο υπόμνημα μέσα στο οποίο αναφέρεται στην κόρη της μόνο ως “η Τζωρτζίνα μου”, η Ρούλα Πισπιρίγκου εμμένει στην υπερασπιστική της γραμμή, τονίζοντας πως ιδίως για την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας πρόκειται για μια “σκέψη ή πιθανότητας” χωρίς ενδείξεις.
Η 33χρονη που πέρασε σήμερα το ανακριτικό κατώφλι, απολογήθηκε για τη συμπληρωματική ποινική δίωξη που της αποδόθηκε πριν μερικές ημέρες. Σύμφωνα με την κατηγορία, αποπειράθηκε να σκοτώσει την 9χρονη Τζωρτζίνα στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο, με αποτέλεσμα την καρδιακή ανακοπή του παιδιού, που προκάλεσε την εγκεφαλοπάθεια.
Η Ρούλα Πισπιρίγκου ξεκινά το απολογητικό υπόμνημα της ως εξής:
“Αρνούμαι στο σύνολό της την αόριστη κατηγορία που μου αποδίδετε. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η παραμικρή ένδειξη ή υποψία τέλεσης της αποδιδόμενης απόπειρας σε βάρος του ίδιου μου του παιδιού. Από το κατηγορητήριο η πράξη μου αποδίδεται κατά ελεύθερη εκτίμηση, χωρίς καμία ειδικότερη περιγραφή, χωρίς την απαιτούμενη αναλυτική και εξειδικευμένη διατύπωση των πραγματικών περιστατικών που το συνιστούν, αποδίδεται δε απλά και μόνον ως μία σκέψη ή ως μία πιθανότητα.
Το περιστατικό που εξετάζεται έχει λάβει χώρα σε μία περίοδο που το παιδί μου είχε πλήρη επικοινωνία με το περιβάλλον και αν είχε κάνει οποιοσδήποτε κάποια εχθρική ενέργεια εναντίον του, είναι σίγουρο ότι θα το είχε αναφέρει. Τις ενοχλήσεις και τα συμπτώματα που ένιωθε τα περιέγραψε επανειλημμένα ίδια η Τζωρτζίνα μου στους γιατρούς”.
Μάλιστα, προσθέτει ότι κατά την εισαγωγή της 9χρονης στο Καραμανδάνειο νοσοκομείο είχε γίνει πλήρης τοξικολογικός έλεγχος, ο οποίος ήταν εντελώς αρνητικός για οποιαδήποτε φαρμακευτική τοξική ουσία.
Αναλυτικά, σύμφωνα με το υπόμνημα και τη Ρούλα Πισπιρίγκου, το βράδυ της 7ης προς 8ης Απριλίου 2021 η κατηγορούμενη και η Τζωρτζίνα κοιμήθηκαν στο σπίτι της μητέρας της, και κατά τις 6:00 διαπίστωσε ότι το παιδί άρχισε να τρέμει και ξύπνησε για να δει τι συμβαίνει. «Τη σκούντηξα για να ξυπνήσει φοβούμενη ότι έβλεπε εφιάλτη και μου είπε ότι δεν κατάλαβε κάτι, την φίλησα, της χάϊδέψα τα μαλλιά και ξανακοιμήθηκε.
Στα επόμενα 10 λεπτά έκανε την ίδια αντίδραση και ξύπνησε από μόνη της και με ρώτησε “μαμά τι έπαθα, γιατί τρέμω”. Εγώ τη ρώτησα αν έχει κάποιον εφιάλτη και μου απάντησε ότι είχε δει στο όνειρο τον μπαμπά της να μου φωνάζει», υποστήριξε η κατηγορούμενη, ενώ στη συνέχεια αναφέρει ότι μετέβησαν στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο κατά τις 8 το πρωί, όπου αποφασίστηκε η εισαγωγή της.
Όπως περιγράφει, την 8η Απριλίου “η Τζωρτζίνα μου έκανε όλες τις απαραίτητες εξετάσεις χωρίς να προκύψει κάποιο αποτέλεσμα και χωρίς να έχει καμία απολύτως ενόχληση.
Όλη την ημέρα ήμουν διαρκώς μαζί της. Την επόμενη ενημερώθηκα από τους γιατρούς ότι θα έδιναν εξιτήριο στο παιδί μου. Πριν προλάβουμε καλά-καλά να ετοιμαστούμε, η Τζωρτζίνα μου έκανε εμετό και εγώ τους ενημέρωσα σχετικά και εκδήλωσα την ανησυχία μου για τον λόγο ότι δεν είχε διαγνωστεί το πρόβλημα υγείας που είχε το παιδί μου και δεν ήξερα τι θα έκανε σε περίπτωση που συνέβαινε ανάλογο επεισόδιο στο σπίτι. Τότε οι γιατροί αποφάσισαν την παραμονή του παιδιού μου στο νοσοκομείο ώστε να συνεχιστεί η παρακολούθησή του».
Η καρδιακή ανακοπή
Η Ρούλα Πισπιρίγκου επαναλαμβάνει την περιγραφή για το πώς η Τζωρτζίνα έπαθε καρδιακή ανακοπή, λέγοντας:
«Γύρω στις εφτά το απόγευμα και ενώ μιλούσα στο τηλέφωνο με κάποια φίλη μου και η Τζωρτζίνα μου κοιμόταν, άκουσα πάλι τον ήχο από το οξύμετρο, πράγμα που έδειχνε τις τιμές τόσο των σφίξεων όσο και του οξυγόνου του παιδιού. Σηκώθηκα από την καρέκλα που καθόμουν για να πάω προς την πόρτα και άρχισα να χτυπάω το κουδούνι για να ειδοποιηθούν οι νοσηλεύτριες.
Τότε είδα την Τζωρτζίνα μου να σηκώνεται από το κρεβάτι και να πέφτει προς τα πίσω βγάζοντας έναν ήχο. Το δωμάτιο του νοσοκομείου είχε ένα κρεβάτι στο οποίο ήταν ξαπλωμένη η Τζωρτζίνα μου, δίπλα σε αυτό ένα κρεβάτι κενό και στη μια πλευρά ένα δεύτερο δωμάτιο, όπου νοσηλευόταν ένα άλλο παιδάκι και μαζί του βρισκόταν η μητέρα του.
Η είσοδος και η έξοδος από το άλλο δωμάτιο γινόταν μέσα από το δωμάτιο στο οποίο βρισκόμασταν μαζί με τη Τζωρτζίνα μου, οπότε η πόρτα του άλλου δωματίου μπορούσε να ανοίξει ανά πάσα στιγμή και να εισέλθει οποιοσδήποτε στο χώρο.
Εκείνη την ώρα άνοιξε η πόρτα του συγκεκριμένου δωματίου και εγώ τους είπα 'μπείτε μέσα γιατί το παιδί μου κάτι έπαθε'. Στη συνέχεια άνοιξα την πόρτα του δωματίου και βγήκα έξω όπου και είδα μία νοσοκόμα να έρχεται προς το δωμάτιο και της είπα “ελάτε το παιδί μου κάτι έπαθε”.
Στη συνέχεια μπήκαμε μαζί στο δωμάτιο και η ίδια νοσηλεύτρια κάλεσε τους γιατρούς που ήρθαν αμέσως. Αφού με ρώτησαν τι έπαθε, μου ζήτησαν να βγω από το δωμάτιο και εγώ περίμενα έξω στο διάδρομο και άμεσα κάλεσα στο τηλέφωνο τον Μάνο και τους δικούς του
Στα εφιαλτικά λεπτά που ακολούθησαν βλέπαμε κόσμο να μπαίνει και να βγαίνει στο δωμάτιο, χωρίς κανείς να μας λέει τίποτα.
Μετά από αρκετή ώρα ακούσαμε φωνές και χειροκροτήματα. Τότε βγήκε μία γιατρός και μας είπε ότι το παιδί έχει υποστεί ανακοπή αλλά κατάφεραν να την επαναφέρουν και έπρεπε να μεταφερθεί στη ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Ρίου”.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Καλωσήρθατε στον χώρο σχολίων του Αντικειμενικότητα. Να θυμάστε ότι κάθε άποψη είναι δεχτή εκτός αν προσβάλει ή θίγει τον άλλον όποτε παρακαλώ ο σχολιασμός σας να είναι κόσμιος.