Ελληνοτουρκικά: Συνάντηση χαμηλών προσδοκιών στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας



Η δύσκολη σχέση Ελλάδας-Τουρκίας είναι μια διαρκής πραγματικότητα, ενίοτε όμως οι δύο χώρες κάνουν μια προσπάθεια να τη βελτιώσουν. Μια τέτοια προσπάθεια είναι και η απόφαση να ενεργοποιηθεί μετά από οκτώμισι χρόνια το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας, το οποίο θα συνεδριάσει για πέμπτη φορά στις 7 Δεκεμβρίου.

Το μισό Υπουργικό Συμβούλιο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα έρθει στην Αθήνα για να υπογράψει μια σειρά από μάλλον ήσσονες συμφωνίες με την ελληνική κυβέρνηση. Η υπογράμμιση πρέπει να είναι στο «συμφωνίες» και όχι στο «ήσσονες», καθώς πέρσι τέτοια εποχή και μόνο μια σύντομη συνάντηση του Τούρκου Προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό εγγραφόταν στον χώρο του αοράτου.

Ίσχυε το «Μητσοτάκης γιοκ» του Ρ. Τ. Ερντογάν, με την κυβέρνηση της Ν.Δ. να ελπίζει στη διαμεσολάβηση των Αμερικανών -άντε και των Γερμανών- για να μειωθεί η ένταση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Μπορεί το κυρίαρχο αφήγημα της κυβέρνησης τότε να ήταν ότι «η Τουρκία είναι απομονωμένη» και ότι «οι σύμμαχοι είναι με το πλευρό μας», ωστόσο η «απομονωμένη» γείτων και κρίσιμο ρόλο ανέλαβε να παίξει στη Μαύρη Θάλασσα και στην Ανατολική Μεσόγειο -διαμεσολαβώντας μεταξύ Μόσχας και Κιέβου, ώστε να φτάσουν τα σιτηρά της Ουκρανίας στις αγορές του κόσμου-, και όρους υπαγόρευσε στη Σουηδία και στη Φινλανδία για τους επιτρέψει την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η Σουηδία ακόμη περιμένει…
Μια… περιττή ένταση

Σήμερα η Τουρκία διατηρεί τον ρόλο της στο Ουκρανικό και διεκδικεί -για την ώρα ανεπιτυχώς- έναν ρόλο στο Μεσανατολικό. Θα περίμενε κανείς ότι οι αντιδιαμετρικές απόψεις της Αθήνας και της Άγκυρας στον πόλεμο στη Γάζα -με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να στέκεται εξαρχής στο πλάι του «φίλου Μπίμπι» Νετανιάχου και με τον Ρ. Τ. Ερντογάν να χαρακτηρίζει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό «σφαγέα της Γάζας»- θα έβαζαν εμπόδια στη συνάντηση του Ανώτατου Συμβουλίου. 

Ωστόσο, και οι δύο χώρες δηλώνουν αποφασισμένες να μείνουν στο μονοπάτι του διαλόγου όχι για να λύσουν τις μεγάλες διαφορές τους, αλλά για να διατηρήσουν την ηρεμία στο Αιγαίο και να βγάλουν από το κάδρο την ελληνοτουρκική διένεξη. Σ’ αυτή τη φάση, που στην ευρύτερη περιοχή μαίνονται δύο πόλεμοι, στην Ουκρανία και στην Παλαιστίνη, και παραμένουν περισσότερο ή λιγότερο θερμά τα μέτωπα στη Συρία, στην Υεμένη, στη Λιβύη, στον Καύκασο και στα Βαλκάνια, η Δύση δεν αντέχει περιττές εντάσεις. Και ως περιττή αντιμετωπίζεται η ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Δεν αναμένεται το μεγάλο άλμα

Θεωρητικά, μετά τη βελτίωση του κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ελέω σεισμών και καταστροφών και μετά την άνετη επανεκλογή των κυβερνήσεων Μητσοτάκη και Ερντογάν, θα περίμενε κανείς μεγάλα βήματα στην επαναπροσέγγιση μεταξύ των δύο χώρων. Προς στιγμή, μάλιστα, ο Κ. Μητσοτάκης είχε αφήσει να εννοηθεί ότι ήταν έτοιμος για συμβιβασμούς στον βωμό μιας λύσης. Ενός συνυποσχετικού, δηλαδή, ώστε να πάνε οι δύο χώρες στο Δικαστήριο της Χάγης και να καθορίσουν τα θαλάσσια σύνορά τους.

Ωστόσο, ούτε ο Κ. Μητσοτάκης του 41% μπορούσε να αντέξει κάτι τέτοιο -είχε φροντίσει άλλωστε να αφιονίσει το δικό του ακροατήριο κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για ενδοτισμό- ούτε ο Ρ. Τ. Ερντογάν έχει την πρόθεση να κάνει το μεγάλο άλμα. Γι’ αυτό και οι προσδοκίες από το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας της 7ης Δεκεμβρίου είναι πεπερασμένες. 

Θα υπογραφούν μνημόνια συνεργασίας για θέματα χαμηλής πολιτικής -από το εμπόριο και τον τουρισμό μέχρι την πολιτική προστασία-, αλλά δεν αναμένεται ούτε καν κινητικότητα στα δύσκολα. Η ελληνική πλευρά λέει μεν ότι συζητάει μόνο για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, ωστόσο η Τουρκία βάζει συνεχώς νέα θέματα στο τραπέζι, από τις γκρίζες ζώνες μέχρι και την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Για να υπάρξει ουσιαστική κινητικότητα, θα πρέπει οι δύο πλευρές να συμφωνήσουν στο τι θα συζητήσουν. Κι αυτό δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.

Προς συμφωνία για το μεταναστευτικό

Από τους επτά υπουργούς που θα κάθονται στο τραπέζι του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, από την ελληνική πλευρά την περισσότερη αγωνία θα έχει ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Δημήτρης Καιρίδης. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι θεωρείται περίπου βέβαιη μια συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο μεταναστευτικό -η σημαντικότερη σ’ αυτή τη συνάντηση- και ότι έχουν πάει πολύ καλά οι επαφές μεταξύ του Δ. Καιρίδη και του Τούρκου υπουργού Εσωτερικών Αλί Γερλικάγια.

Το πρόβλημα του Γ. Καιρίδη, που μπαινοβγαίνει τις τελευταίες μέρες στο υπουργείο Εξωτερικών για τις τελικές συνεννοήσεις, είναι ότι θα δυσκολευτεί να πλασάρει ως επιτυχία στο εσωτερικό ακροατήριο την όποια συμφωνία για το μεταναστευτικό. Πολλά στελέχη της Ν.Δ. κάνουν καριέρα ως «προσφυγοφάγοι» -του πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, καθώς το 2020 εμφανίστηκε περίπου ως στρατηλάτης στο «έπος του Έβρου»- και είναι έτοιμα να κατασπαράξουν τον Γ. Καιρίδη ακόμη κι όταν λέει τα αυτονόητα. Όπως έκαναν όταν είπε ότι οι εργαζόμενοι μετανάστες καλό θα ήταν να εργάζονται νόμιμα.

Εν πάση περιπτώσει, ο Γ. Καιρίδης έχει έτοιμη τη συμφωνία για τη συνεργασία με την Τουρκία σε επίπεδο Λιμενικού, ενώ έχει δεσμευτεί -μιλώντας στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu- ότι η Ελλάδα θα προωθήσει στις Βρυξέλλες την πρόταση για μια πιο εκτεταμένη συνεργασία μεταξύ της Τουρκίας και της Ε.Ε. 

Ο υπουργός Μετανάστευσης παραδέχεται ότι η Τουρκία έχει σηκώσει μεγάλο βάρος με τους Σύρους πρόσφυγες και αναγνωρίζει ότι είναι μια χώρα-κλειδί στο ζήτημα της μετανάστευσης και της διαχείρισής της και έχει τις δικές της ανάγκες. Αυτό σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι η Αθήνα είναι πρόθυμη να βάλει πλάτη για περαιτέρω οικονομική ενίσχυση και για άλλα ανταλλάγματα που θα ζητήσει η Άγκυρα για να κρατήσει τα εκατομμύρια των προσφύγων στο έδαφός της.

Ερντογάν: Στη γραμμή «καζάν-καζάν»

Στον δρόμο για την Αθήνα ο Τούρκος Πρόεδρος εμφανίζεται αποφασισμένος να ανοίξει «μια νέα σελίδα» στις σχέσεις των δύο χωρών. Μπορεί μια-δυο φορές ο Ρ. Τ. Ερντογάν να θυμήθηκε «τα σύνορα της καρδιάς» της Τουρκίας -και να προκάλεσε τη μήνη των «τουρκοφάγων» στην Ελλάδα-, ωστόσο στην τελευταία ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του ήταν σχεδόν μελίρρυτος. 

Υποστήριξε πως δεν αντιμετωπίζει τη διπλωματία ως ένα παιχνίδι που ο ένας κερδίζει και ο άλλος χάνει ούτε ως ένα άθροισμα που καταλήγει στο μηδέν. Τη βλέπει ως «μια σημαντική ευκαιρία και οι δύο πλευρές να συναντηθούν σε μια λογική γραμμή», ως «καζάν-καζάν», μια ευκαιρία να κερδίσουν και οι δύο.

Ο Τούρκος Πρόεδρος υποστήριξε πως έχει την πολιτική βούληση να εργαστεί για την επίλυση των διαφορών με την Ελλάδα - «δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα το οποίο δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε όταν καθίσουμε να συνομιλήσουμε με τους γείτονές μας» είπε. 

Ωστόσο, βάζει κι αυτός τον πήχη χαμηλά, προβάλλοντας τις δυνατότητες συνεργασίας στους τομείς της θετικής ατζέντας: «Θα εστιάσουμε στους τομείς που μπορούμε να αυξήσουμε τις συνεργασίες μας».

Μητσοτάκης: Προβάλλουμε τη θετική ατζέντα

Σε αντίθεση με την αισιόδοξη ρητορική του Ρ. Τ. Ερντογάν, ο Κ. Μητσοτάκης ετοιμάζεται για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας κρατώντας τους τόνους χαμηλούς. Ένας λόγος είναι ότι ένα μέρος του εκλογικού του ακροατηρίου δεν θέλει τον διάλογο με την Τουρκία - ενώ μεγαλοστελέχη της δεξιάς παράταξης, όπως ο Αντώνης Σαμαράς, δεν μιλάνε με «πειρατές». Στις σπάνιες δηλώσεις και συνεντεύξεις του σχετικά με τα ελληνοτουρκικά ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι «έχουμε διαφορές εδώ και χρόνια με την Τουρκία, την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Δεν είναι εύκολο να επιλυθούν αυτά τα θέματα, αλλιώς θα είχαν επιλυθεί εδώ και καιρό».

Για τον Κ. Μητσοτάκη είναι σημαντικό το «να μην είμαστε επιθετικοί ο ένας απέναντι στον άλλον», ενώ προ ημερών στο πλάι του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς δήλωσε ότι «έχουμε συμφωνήσει με την Τουρκία σε έναν οδικό χάρτη για την εξομάλυνση των διμερών μας σχέσεων, ώστε να προβάλλουμε τη “θετική” ατζέντα». Όταν τοποθετείται ενώπιον ενός διεθνούς ακροατηρίου, ο Κ. Μητσοτάκης επισημαίνει ότι είναι θετικό ακόμη και το «να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε» με την Τουρκία και επαίρεται πως κατάφερε να πείσει τη γείτονα ότι η προηγούμενη αναθεωρητική της στάση έναντι της Ελλάδος ήταν εξόχως αντιπαραγωγική.

ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.: Διάλογος και κόκκινες γραμμές

Η αξιωματική αντιπολίτευση στηρίζει σταθερά τον διάλογο με την Τουρκία στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Ωστόσο, δεν κρύβει την ανησυχία της για το πώς σκοπεύει να διαχειριστεί η κυβέρνηση της Ν.Δ. αυτή την κορυφαία ευκαιρία διμερούς διαλόγου, καθώς δεν έχει εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Κ. Μητσοτάκη. 

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Στέφανος Κασσελάκης, μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος, επανέλαβε ότι πρέπει να τεθούν με σαφήνεια οι κόκκινες γραμμές σ’ αυτόν τον διάλογο και ότι η χώρα δεν συζητά ούτε για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών ούτε για θέματα που άπτονται της κυριαρχίας.

Τελικός στόχος του διαλόγου θα έπρεπε να είναι η προσφυγή στη Χάγη για οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, ενώ δεν πρέπει να γίνεται καμία συζήτηση για συνεκμετάλλευση των πόρων του Αιγαίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. επιμένει ότι χρειάζεται μια καθαρή στρατηγική, που θα δεσμεύει την Τουρκία στον διάλογο, ώστε να μην μπορεί πρώτα να αξιοποιήσει την εικόνα του «καλού παιδιού» και μετά να επανέλθει στην ένταση, αφού θα έχει αποκομίσει τα οφέλη που θέλει. Βλέπει, ωστόσο, ότι η κυβέρνηση δεν έχει μια τέτοια συγκροτημένη στρατηγική, με αρχή μέση και τέλος, για την Τουρκία.

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη

Στα Παρασκήνια: Εκνευρισμός στο Μαξίμου μετά την ομιλία Καραμανλή*Παρότι στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πάει κόσμος να ψηφίσει, μπορεί να παρουσιάσουν και πλασματική συμμετοχή*Αν και πολύς κόσμος έχει φύγει από τον ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πάει να ψηφίσει τον... Γκλέτσο