ΓΣΕΕ: Σοκάρει η ιστορία 35χρονης - Οι πιάτσες ναρκωτικών την ανάγκασαν να αφήσει τη δουλειά της


Μια ιστορία που σοκάρει φέρνει στο φως, με ανάρτησή του στο Facebook, ο υπεύθυνος Τύπου της ΓΣΕΕ Δημήτρης Καραγεωργόπουλος.

Μια 35χρονη αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την εργασία της σε εταιρεία real estate στο κέντρο της Αθήνας, καθώς οι δρόμοι γύρω από τη δουλειά της έχουν μετατραπεί σε πιάτσες ναρκωτικών και η ίδια – πρώην χρήστρια που έχει απεξαρτηθεί και έχει καταφέρει να γυρίσει σελίδα μετά από σκληρή μάχη – κινδύνευε να ξανακυλήσει.



Όπως περιγράφει ο Δ. Καραγεωργόπουλος, σε ένα συγκλονιστικό τηλεφώνημα η 35χρονη με λυγμούς του ανακοίνωσε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει να εργάζεται στη συγκεκριμένη εταιρεία, όπου ήταν τα τελευταία 4 χρόνια. Μετά την απεξάρτησή της είχε βρει αυτή την εργασία, παντρεύτηκε και γέννησε πριν από 1,5 χρόνο ένα κοριτσάκι. «Όμως, επιστρέφοντας στην εργασία μετά την εγκυμοσύνη, όλοι οι δρόμοι γύρω από το κτίριο που εδρεύει η εταιρεία είχαν μετατραπεί σε πιάτσες ναρκωτικών. Καθημερινά αντίκριζε όλα όσα ήθελε να ξεχάσει και όλα όσα είχε αφήσει πίσω στο παρελθόν» αναφέρει ο Δ. Καραγεωργόπουλος.

Ο υπεύθυνος Τύπου της ΓΣΕΕ συνεχίζει λέγοντας ότι παρά την απόφασή της να προσπαθήσει να συνεχίσει να πηγαίνει στη δουλειά χωρίς να αφήσει να την επηρεάζει η εικόνα με τις πιάτσες ναρκωτικών, κάποιος την αναγνώρισε από το παρελθόν. Την ακολούθησε επανειλημμένα, προσφέροντάς της «τσάμπα “πράμα”». «Η ίδια μου είπε ότι συνέλαβε τον εαυτό της να δελεάζεται. Να θέλει να αποδεχθεί την προσφορά. Σήμερα πήγε και δήλωσε παραίτηση από την εργασία» αναφέρει.

Ο Δ. Καραγεωργόπουλος υπογραμμίζει ότι ο Δήμος Αθηναίων πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα με τις πιάτσες ναρκωτικών μέσω μιας ολιστικής προσέγγισης που να περιλαμβάνει την ενίσχυση της κοινωνικής πρόνοιας, τη στοχευμένη αστυνόμευση, την αστική αναβάθμιση, και τη συνεργασία με φορείς και ΜΚΟ. Απαιτούνται προγράμματα απεξάρτησης, εκστρατείες ενημέρωσης, βελτίωση της καθαριότητας, του φωτισμού και της ασφάλειας, αναπλάσεις περιοχών, και ενίσχυση της τοπικής κοινωνικής συνοχής. Παράλληλα, χρειάζεται συντονισμός με όλες τις αρμόδιες αρχές για αποτελεσματικότερη διαχείριση του προβλήματος.

«Ασχολούμαι με το θέμα αυτό, όχι μόνο με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση. Αλλά με αφορμή καταγγελίες που κατά καιρούς φτάνουν στα συνδικάτα από εργαζόμενες και εργαζόμενους που εργάζονται σε κτίρια που βρίσκονται στα ίδια πολεοδομικά μπλοκ με τις πιάτσες ναρκωτικών. Οι εργαζόμενοι στην Αθήνα ζουν καθημερινά με τον φόβο, καθώς οι πιάτσες ναρκωτικών έχουν επεκταθεί σε περιοχές κοντά στις εργασίες τους. Η αυξημένη παραβατικότητα, οι σκηνές χρήσης ναρκωτικών στους δρόμους και οι επικίνδυνες καταστάσεις που προκύπτουν, αναγκάζουν πολλούς να σκέφτονται δύο φορές πριν κυκλοφορήσουν» τονίζει.

«Είναι ενδεικτικό πως το πρόβλημα με τις πιάτσες στο κέντρο της πρωτεύουσας παραμένει δυναμικό και εκρηκτικό. Μεταξύ των περιοχών που βρίσκονται στο… κόκκινο, λόγω της χρήσης και διακίνησης ναρκωτικών, είναι η Ομόνοια, η 3ης Σεπτεμβρίου, το Μεταξουργείο, η πλατεία Δικαστηρίων, η Στοά Βιβλίου, Κλαυθμώνος και Αιόλου, Μιλτιάδου έως Αθηνάς» σημειώνει, υπογραμμίζοντας ότι «δεκάδες άνθρωποι, θύματα ενός ακήρυχτου χημικού πολέμου, περιφέρονται στο κέντρο της Αθήνας σαν ζωντανοί-νεκροί».

«Η κατάσταση στην Αθήνα, όπου η παρουσία πιάτσας ναρκωτικών και η παραβατικότητα εντείνεται με το σουρούπωμα, μπορεί να περιγραφεί ως ένα είδος "ομηρίας" για τους κατοίκους και τους επισκέπτες» αναφέρει τέλος, συμπληρώνοντας ότι «η πόλη χάνει τη ζωντάνια της, ενώ οι κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες περιορίζονται, επηρεάζοντας αρνητικά την ποιότητα ζωής και την εικόνα της Αθήνας ως προορισμού».
Ολόκληρη η ανάρτηση του Δημήτρη Καραγεωργόπουλου


Σήμερα αργά το μεσημέρι δέχθηκα ένα συγκλονιστικό τηλεφώνημα από μια εργαζόμενη, η οποία με λυγμούς μου ανακοίνωσε ότι αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την εργασία που εργάζεται τα τελευταία 4 χρόνια προκειμένου να αποφύγει…τη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Η εργασία της είναι στο κέντρο της Αθήνας όπου δουλεύει ως υπάλληλος γραφείου σε μια εταιρεία real estate.

Η 35χρονη Κατερίνα (δεν αναφέρω το πραγματικό της όνομα για ευνόητους λόγους), πρώην χρήστρια ναρκωτικών και πλέον απεξαρτημένη, μετά από σκληρή μάχη με τις ουσίες κατάφερε να βρει το δρόμο της. Απεξαρτήθηκε, βρήκε εργασία (με χίλια ζόρια καθώς ελάχιστοι προσλαμβάνουν απεξαρτημένα άτομα), παντρεύτηκε και γέννησε πριν από 1,5 χρόνο ένα γλυκύτατο κοριτσάκι. Όλα έβαιναν καλά στη νέα της ζωή. Απεξαρτήθηκε, βρήκε εργασία, παντρεύτηκε, έμεινε έγκυος, γέννησε το παιδάκι της και έπλεε σε πελάγη ευτυχίας. Τα ναρκωτικά δεν υπήρχαν πλέον στη ζωή της.

Όμως, επιστρέφοντας στην εργασία μετά την εγκυμοσύνη, όλοι οι δρόμοι γύρω από το κτίριο που εδρεύει η εταιρεία είχαν μετατραπεί σε πιάτσες ναρκωτικών. Καθημερινά αντίκριζε όλα όσα ήθελε να ξεχάσει και όλα όσα είχε αφήσει πίσω στο παρελθόν. Για το λόγο αυτό ζήτησε να εργαστεί για κάποιο διάστημα με τηλεργασία. Το αίτημα έγινε δεκτό και όντως μέχρι και τον Ιούλιο απασχολείτο από το σπίτι μέσω υπολογιστή. Την προηγούμενη Δευτέρα επέστρεψε από την καλοκαιρινή άδεια στο γραφείο ώστε να απασχοληθεί με φυσική παρουσία όπως είχε συμφωνηθεί. Είχε πάρει τις αποφάσεις της. Τα ζύγισε καλά, τα βρήκε με τον εαυτό της και τίποτα δεν θα την έκλεινε στους τεσσερις τοίχους του σπιτιού της.Τίποτα δεν θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στη νέα της ζωή. Πήγε κανονικά στη δουλειά δίχως να την επηρεάζει πλέον η εικόνα. Έλα μου όμως που κάποιοι είχαν αλλά σχέδια για την Κατερίνα. Ένας εκ των χρηστών και μικροέμπορος, την αναγνώρισε. Την ακολούθησε στην εργασία της. Ήταν ο πρώην σύντροφός της. Εκείνος που την είχε μπλέξει όταν η Κατερίνα ήταν στην ηλικία των 19. Την περίμενε απέξω από τη δουλειά και όταν σχόλασε της πρόσφερε τσάμπα «πράμα». Εκείνη αρνήθηκε και έτρεξε μακριά. Την Τρίτη και πάλι την ακολούθησε. Πάλι το ίδιο σκηνικό. Η ίδια μου είπε ότι συνέλαβε τον εαυτό της να δελεάζεται. Να θέλει να αποδεχθεί την προσφορά. Σήμερα πήγε και δήλωσε παραίτηση από την εργασία.

Δεν ήξερα τι να της πω. Τι να την συμβουλέψω.

Ο Δήμος Αθηναίων πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα με τις πιάτσες ναρκωτικών μέσω μιας ολιστικής προσέγγισης που να περιλαμβάνει την ενίσχυση της κοινωνικής πρόνοιας, τη στοχευμένη αστυνόμευση, την αστική αναβάθμιση, και τη συνεργασία με φορείς και ΜΚΟ. Απαιτούνται προγράμματα απεξάρτησης, εκστρατείες ενημέρωσης, βελτίωση της καθαριότητας, του φωτισμού και της ασφάλειας, αναπλάσεις περιοχών, και ενίσχυση της τοπικής κοινωνικής συνοχής. Παράλληλα, χρειάζεται συντονισμός με όλες τις αρμόδιες αρχές για αποτελεσματικότερη διαχείριση του προβλήματος.

Ασχολούμαι με το θέμα αυτό, όχι μόνο με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση. Αλλά με αφορμή καταγγελίες που κατά καιρούς φτάνουν στα συνδικάτα από εργαζόμενες και εργαζόμενους που εργάζονται σε κτίρια που βρίσκονται στα ίδια πολεοδομικά μπλοκ με τις πιάτσες ναρκωτικών. Οι εργαζόμενοι στην Αθήνα ζουν καθημερινά με τον φόβο, καθώς οι πιάτσες ναρκωτικών έχουν επεκταθεί σε περιοχές κοντά στις εργασίες τους. Η αυξημένη παραβατικότητα, οι σκηνές χρήσης ναρκωτικών στους δρόμους και οι επικίνδυνες καταστάσεις που προκύπτουν, αναγκάζουν πολλούς να σκέφτονται δύο φορές πριν κυκλοφορήσουν.

Είναι ενδεικτικό πως το πρόβλημα με τις πιάτσες στο κέντρο της πρωτεύουσας παραμένει δυναμικό και εκρηκτικό.

Μεταξύ των περιοχών που βρίσκονται στο… κόκκινο,λόγω της χρήσης και διακίνησης ναρκωτικών, είναι η Ομόνοια, η 3ης Σεπτεμβρίου, το Μεταξουργείο, η πλατεία Δικαστηρίων, η Στοά Βιβλίου, Κλαυθμώνος και Αιόλου, Μιλτιάδου έως Αθηνάς. Δεκάδες άνθρωποι, θύματα ενός ακήρυχτου χημικού πολέμου, περιφέρονται στο κέντρο της Αθήνας σαν ζωντανοί-νεκροί. Η καθημερινότητά τους είναι μια συνεχής αναζήτηση της επόμενης δόσης, ενώ τα σημάδια της σωματικής και ψυχικής τους κατάρρευσης είναι εμφανή. Οι εικόνες αυτές αποτυπώνουν μια τραγική πραγματικότητα, όπου οι εξαρτημένοι περιπλανώνται χωρίς ελπίδα, αιχμάλωτοι των ουσιών που καταστρέφουν τη ζωή τους και μεταμορφώνουν την πόλη σε ένα θλιβερό σκηνικό παρακμής.

Η κατάσταση στην Αθήνα, όπου η παρουσία πιάτσας ναρκωτικών και η παραβατικότητα εντείνεται με το σουρούπωμα, μπορεί να περιγραφεί ως ένα είδος "ομηρίας" για τους κατοίκους και τους επισκέπτες. Το αίσθημα ανασφάλειας, οι κίνδυνοι και η υποβάθμιση της καθημερινής ζωής είναι εμφανή, καθώς πολλοί αποφεύγουν συγκεκριμένες περιοχές ή τροποποιούν τη συμπεριφορά τους από φόβο. Η πόλη χάνει τη ζωντάνια της, ενώ οι κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες περιορίζονται, επηρεάζοντας αρνητικά την ποιότητα ζωής και την εικόνα της Αθήνας ως προορισμού.

Το πρόβλημα λοιπόν της διακίνησης και χρήσης των ναρκωτικών παραμένει κυρίαρχο και συνδέεται με την καθημερινότητα, αλλά και την απορρέουσα εγκληματικότητα, άμεσα ή έμμεσα, όχι μόνο με τη μικροπαραβατικότητα του δρόμου, αλλά και με την οργανωμένη μορφή της, τα κυκλώματα εμπορίας.

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη