Γρηγόρης Λαμπράκης: Σαν σήμερα δολοφονήθηκε ο βουλευτής της ΕΔΑ - Τι ακολούθησε μετά την δολοφονία του;

 

Ποιος ήταν ο Γρηγόρης Λαμπράκης

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1912 στην Κερασίτσα Αρκαδίας και ήταν το 14ο παιδί από τα συνολικά 18 που απέκτησαν οι γονείς του. Αδερφός του ήταν ο Θεόδωρος Λαμπράκης, ιατρός και βουλευτής με την Εθνική Προοδευτική Ένωση Κέντρου (ΕΠΕΚ). Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ειδικεύτηκε στη γυναικολογία. Υπήρξε αθλητής με πολλές πανελλήνιες και βαλκανικές νίκες και κατείχε για 23 χρόνια (ως το 1959) το πανελλήνιο ρεκόρ στο άλμα εις μήκος με επίδοση 7,37 μ. Στην διάρκεια της κατοχής διοργάνωνε με άλλους συναθλητές του αγώνες, διαθέτοντας τα έσοδα σε λαϊκά συσσίτια. Το 1950 κατέλαβε τη θέση του υφηγητή Μαιευτικής - Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Aπέκτησε τρεις γιους, τον Γιώργο, τον Θοδωρή και τον Γρηγόρη.

Βουλευτής με την ΕΔΑ

Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1961 ο Λαμπράκης εξελέγη βουλευτής Πειραιά συνεργαζόμενος με την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». 

Η πορεία ειρήνης

Στις 21 Απριλίου 1963 αψηφώντας σχετική απαγόρευση της αστυνομίας, πραγματοποίησε την 1η Μαραθώνια πορεία Ειρήνης. Βάδισε το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής μόνος του, εν μέσω απειλών, πριν τελικά συλληφθεί και κρατηθεί για μερικές ώρες. 

Η Δολοφονία

22 Μαΐου 1963. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης φθάνει στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να μιλήσει σε εκδήλωση της Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και την Ειρήνη. Εξω από τα γραφεία του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος έχουν συγκεντρωθεί «αντιφρονούντες» πολίτες, που στρέφονται με ύβρεις και χαρακτηρισμούς κατά των οργανωτών και των ομιλητών της εκδήλωσης. Η κατάσταση οξύνεται μόλις οι συγκεντρωμένοι αναγνωρίζουν τον Λαμπράκη. Εν μέσω αποδοκιμασιών ο βουλευτής Πειραιά δέχεται χτύπημα στο κεφάλι ενώ εισέρχεται στο κτίριο. Παρά την ισχυρή της παρουσία, η αστυνομία παρέμενε απαθής. Από τα μεγάφωνα του κτιρίου ακούγεται η αγωνιώδης έκκλησή του «Προσοχή, προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Σαν εκπρόσωπος του έθνους και του λαού καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιον δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Βορείου Ελλάδος, τον νομάρχην, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό της χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας Θεσσαλονίκης να προστατεύσουν την συγκέντρωσιν και την ζωήν μου».

Την ίδια ώρα, στην προσπάθειά του να εισέλθει στην αίθουσα, τραυματίζεται από παρακρατικούς και ο βουλευτής Καβάλας της ΕΔΑ Γιώργης Τσαρουχάς. Ηταν πλέον σαφές ότι η κατάσταση έβαινε ανεξέλεγκτη. Μετά το τέλος της ομιλίας του, ο Λαμπράκης δέχεται τις διαβεβαιώσεις της αστυνομίας ότι ο χώρος έξω από το κτίριο είχε εκκαθαριστεί από τους συγκεντρωμένους. Στην πραγματικότητα, τόσο όσοι μετείχαν στην αντισυγκέντρωση όσο και οι δυνάμεις της χωροφυλακής παρέμεναν στη θέση τους. 



Στην προσπάθειά του να περάσει απέναντι, όπου βρισκόταν το ξενοδοχείο που επρόκειτο να καταλύσει, ο Λαμπράκης θα χτυπηθεί  από το ρόπαλο του Μανώλη Εμμανουηλίδη καταδικασμένου για βιασμό, παιδεραστία, κλοπή κ.α. Ο Εμμανουηλίδης επέβαινε σε τρίκυκλο που οδηγούσε ο Σπύρος Γκοτζαμάνης ο οποίος διατηρούσε σχέσεις με παρακρατικές οργανώσεις. Δρώντας βάσει οργανωμένου σχεδίου, οι δύο άνδρες τραυμάτισαν θανάσιμα τον Γρηγόρη Λαμπράκη και επεχείρησαν να διαφύγουν. Η καταλυτική παρέμβαση όμως του Μανώλης Χατζηαποστόλου που πήδηξε μέσα στην καρότσα του τρίκυκλου με σκοπό να σταματήσει το όχημα, που αναπτύσσοντας ταχύτητα έφυγε αμέσως. Ακολούθησε άγρια πάλη μεταξύ Χατζηαποστόλου και Εμμανουηλίδη. Το τρίκυκλο σταμάτησε, ο Γκοτζαμάνης κατέβηκε και με μια αστυνομική ράβδο (γκλομπ) χτύπησε τον Χατζηαποστόλου, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών οδήγησε στη σύλληψη των δραστών, παρά τη χαρακτηριστική απάθεια των οργάνων της τάξης. . Ο Γρηγόρης Λαμπράκης εξέπνευσε στις 27 Μαΐου 1963. Ο θάνατός του θα λειτουργούσε ως θρυαλλίδα στο ήδη πολωμένο πολιτικό σκηνικό, συντελώντας καταλυτικά στην επιτάχυνση των καταιγιστικών εξελίξεων των επόμενων μηνών.

  Στην φωτογραφία βλέπουμε την διαδρομή των δολοφόνων του Λαμπράκη 



Η Κηδεία

Το χτύπημα κατά του Λαμπράκη προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου πολιτική κρίση, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και το σύνολο του κεντρώου και αριστερού Τύπου να κάνουν λόγο από την πρώτη στιγμή για οργανωμένο σχέδιο δολοφονίας. Η επίσημη αστυνομική εκδοχή αντίθετα, ήταν ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα και αυτήν υιοθέτησε αρχικά και η κυβέρνηση της χώρας.

Η σορός του Λαμπράκη μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στο ναό του Αγίου Ελευθερίου και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα, ενώ η νεκρώσιμη ακολουθία έλαβε χώρα στη Μητρόπολη, στις 4 το απόγευμα της 28ης Μαΐου. Την κηδεία παρακολούθησαν όλοι οι αρχηγοί και οι βουλευτές των κομμάτων της αντιπολίτευσης και δεκάδες χιλιάδες λαού.

Ανακρίσεις

Ήδη, στη Θεσσαλονίκη είχαν ξεκινήσει οι ανακρίσεις για το «ατύχημα», από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη και τους εισαγγελείς Δημήτριο Παπαντωνίου και Νίκο Αθανασόπουλο, υπό τη γενική εποπτεία του εισαγγελέα εφετών Παύλου Δελαπόρτα. Αργότερα ο Παπαντωνίου αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Στυλιανό Μπούτη. Αν και η ηγεσία της Xωροφυλακής Θεσσαλονίκης έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες, η ανακριτική ομάδα (παρά τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις και πιέσεις που δέχτηκε από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα -το 1967- πρωθυπουργό της χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια) κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα και να αποκαλύψει τους ηθικούς αυτουργούς του. Έτσι, τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα.

Τον Ιούλιο του 1963 ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης απήγγειλε κατηγορίες για ηθική αυτουργία στην ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του Γρ. Λαμπράκη εναντίον του υπομοίραρχου Εμμανουήλ Καπελώνη, διοικητή του αστυνομικού τμήματος Τριανδρίας, και του Ξενοφώντα Γιοσμά (που, λόγω της δράσης του στην Κατοχή, είχε καταδικαστεί ως δοσίλογος και, ακριβώς για τον λόγο αυτό, αποκαλούνταν συχνά κοροϊδευτικά Φον Γιοσμάς). Στις 14 Σεπτεμβρίου, με ομοφωνία ανακριτή και εισαγγελέως κρίθηκαν προφυλακιστέοι ο υποστράτηγος Κωνσταντίνος Μήτσου, επιθεωρητής Βορείου Ελλάδος, οι συνταγματάρχες Ευθύμιος Καμουτσής, διευθυντής αστυνομίας, και Μιχαήλ Διαμαντόπουλος και ο μοίραρχος Τρύφων Παπατριανταφύλλου.

Στο απυρόβλητο της δικαιοσύνης έμεινε ο υπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος «Δίωξης Κομμουνιστών». Όπως ισχυρίστηκε ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης, ο Κατσούλης της Ασφαλείας Θεσσαλονίκης ειδοποίησε όλα τα παραρτήματα να στείλουν τους άνδρες τους στον τόπο της συγκέντρωσης και να πάρουν μαζί τους «εθνικόφρονες πολίτες» για ν' αποδοκιμάσουν τους οπαδούς της ειρήνης. Επειδή όμως στο μεταξύ άλλαξε ο τόπος της συγκέντρωσης όπου θα μιλούσε ο βουλευτής, οι περί ων ο λόγος πολίτες εκλήθησαν να μαζευτούν στο Ε΄ Αστυνομικό Τμήμα. Εκεί τους έβγαλε λόγο ο υπομοίραρχος Κατσούλης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τους τόνισε ότι «στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Στο υπόμνημά του ο υπομοίραρχος Καπελώνης ισχυρίστηκε ότι προ των επεισοδίων και της συγκέντρωσης, ο Κατσούλης πέρασε από τα γραφεία της Γενικής Ασφαλείας και δήλωσε κομπορρημονών στους αξιωματικούς: «Σήμερα θα δείτε τι θα γίνει...».

Τελικά, για τον φόνο καταδικάστηκαν οι Γκοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης, ενώ ο Γιοσμάς καταδικάστηκε μόνο για διατάραξη της κοινής ειρήνης.

Σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις έπαιξε και η μαχητική έρευνα και αρθρογραφία τριών δημοσιογράφων που είχαν ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να καλύψουν το θέμα: Του Γιώργου Ρωμαίου του Βήματος (μετέπειτα υπουργού του ΠΑΣΟΚ), Γιάννη Βούλτεψη της Αυγής και Γιώργου Μπέρτσου (της τότε μεγάλης σε κυκλοφορία Ελευθερίας των Αθηνών).

Μετέπειτα γεγονότα

Δυο χρόνια μετά την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη συγκεκριμένα στις 21 Ιουλίου του 1965 δολοφονείτε από αστυνομικούς σε μεγάλη πορεία ο φοιτητής της Α.Σ.Ο.Ε.Ε Σωτήρης Πέτρουλας.



Η πρώτη καταγραφή του χτυπημένου Πέτρουλα αναφέρεται στις 03:00 το πρωί της 22ας Ιουλίου στο Σταθμό Α΄ Βοηθειών του Ε.Σ. στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου, όπου και διαπιστώνεται ο θάνατός του. Το ψευδές επίσημο πόρισμα της ιατροδικαστικής εξέτασης που έκαναν αστυνομικοί με στολές γιατρών έκανε λόγο για θάνατο που προκλήθηκε από ασφυξία λόγω δακρυγόνου, εκδοχή η οποία αφήνει ανεξήγητα τα ολικά σχισίματα στο λαιμό του που διαπίστωσαν οι δικοί του όταν πήραν τον νεκρό. Παρότι η επίσημη αφήγηση των γεγονότων δεν άλλαξε ποτέ, μεταγενέστερη ιατροδικαστική εξέταση από γιατρούς της οικογένειας έδειξε πως ο Πέτρουλας στραγγαλίστηκε. Η αστυνομία επεδίωξε την ταφή του κρυφά από τους γονείς του και πριν ανατείλει ο ήλιος. Ο ιερέας αρνήθηκε να κάνει την ταφή. Η κηδεία του στη συνέχεια πήρε τη μορφή διαδήλωσης.







Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου




Στις 21 Απριλίου 1967 τέσσερα χρόνια μετά την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, και ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές για τις 28 Μαΐου, μια ομάδα αξιωματικών του στρατού, υπό την ηγεσία του ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και των συνταγματαρχών Γεωργίου Παπαδόπουλου και Νικόλαου Μακαρέζου κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα.

Έχοντας εξασφαλίσει περίπου 100 τεθωρακισμένα στην περιοχή της πρωτεύουσας, οι πραξικοπηματίες κινήθηκαν τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου και κατέλαβαν αρχικά το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στη συνέχεια έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ με κωδικό Σχέδιο Προμηθεύς, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από το στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του Σοβιετικού Στρατού. Ο έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Γρηγόριος Σπαντιδάκης αντικαταστάθηκε από τον Οδυσσέα Αγγελή. Ο Αγγελής κάνοντας χρήση του νέου του αξιώματος έδωσε εντολή στο Γ΄ Σώμα Στρατού στη Θεσσαλονίκη να εφαρμόσει το Σχέδιο Προμηθεύς σε όλη τη χώρα.

Η μοναδική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το πραξικόπημα ήταν από την πλευρά κυρίως του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γεωργίου Ράλλη ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για να κινητοποιήσει το Γ' Σώμα Στρατού (Θεσσαλονίκη). Δεν πρόλαβε, αφού το σχέδιο Προμηθεύς είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή με αποτέλεσμα ο ταξίαρχος Βιδάλης να αγνοήσει το σήμα του Ράλλη.


Το Δεκέμβριο του 1967, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επιχείρησε αντικίνημα για την ανατροπή των πραξικοπηματιών, το οποίο όμως απέτυχε. Ο ίδιος και η οικογένειά του κατέφυγαν στην Ιταλία. Η Ελλάδα τυπικά παρέμεινε Βασιλευομένη Δημοκρατία, με τους στρατιωτικούς να ορίζουν αντιβασιλέα τον Γεώργιο Ζωιτάκη. Η δικτατορία των συνταγματαρχών, έμεινε στην Ελλάδα εφτά χρόνια. Μέσα σε αυτή την μαύρη επταετία  σκότωσε εξόρισε και βασάνισε τους πολιτικά αντιφρονούντες. Έμεινε στην εξουσία μέχρι το 1974 όταν λιγό καιρό μετά την κατάληψη της Κύπρου ο Κωσταντίνος Καραμανλής επέστρεψε από το Παρίσι. Με την επιστροφή του η Ελλάδα μπήκε στην εποχή της μεταπολίτευσης.


Σχόλια

Διαβάστε ακόμη