Ο Ιμπρεσάριος από τη Σμύρνη: Κριτική της παράστασης

 

Επιμέλεια : Απόστολος Ιωαννίδης

Στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου παρακολούθησε η ομάδα του «Αντικειμενικότητα News» την παράσταση «Ο Ιμπρεσάριος από τη Σμύρνη» . Η κωμωδία του Κάρλο Γκολντόνι προσκάλεσε το κοινό στο σκανδαλώδες, «παρασκήνιο» του θεάτρου, στηριζόμενη στη σκηνοθεσία του Βασίλη Παπαβασιλείου.

Η σύνοψη του έργου





Ο πλούσιος, Οθωμανός έμπορος, Αλή, προβαίνει στην αναζήτηση ταλαντούχων καλλιτεχνών, με σκοπό να συστήσει την όπερα στη Σμύρνη. Ωστόσο, αυτή του η απόφαση θα τον οδηγήσει σε αλλεπάλληλες συγκρούσεις με τη ματαιοδοξία και τις μικροπρέπειες του θεατρικού χώρου, προκαλώντας επεισοδιακά και ξεκαρδιστικά περιστατικά.

Οι εξωτερικοί συντελεστές


Ο σκηνοθέτης της παράστασης, Βασίλης Παπαβασιλείου, με βοηθούς του τους Εύη Νάκου και Πάνου Αποστολόπουλου και συνεργάτη τη Νικολέτα Φιλόσογλου έδωσε μεγάλη σημασία στην ανάδειξη των κοινωνικών ζητημάτων, που θίγει, όπως την αλαζονεία και τον τυχοδιωκτισμό. Ταυτόχρονα, τόνισε τις κωμικές πτυχές του έργου, ενώ οι επιλογές του εμφορούνταν από σαρκαστική διάθεση και αλέγρο χαρακτήρα, προσφέροντας την ψυχαγωγία των θεατών.

Η εύστοχη μετάφραση της Λουίζας Μητσάκου αποτύπωσε τα θεμελιώδη στοιχεία του κειμέμου, ενώ εξέφρασε το «Γκολντονικό» χιούμορ με αξιοπρόσεκτη συνέπεια και πιστότητα.




Τα σκηνικά του Άγγελου Μέντη και της βοηθού του, Αλέγια Παπαγεωργίου, κέντρισαν το ενδιαφέρον του κοινού, χάρη στην έντονη χρωματική τους «παλέτα» και τα περίτεχνα, γεωμετρικά τους μοτίβα.

Πέραν της σκηνογραφίας, οι ίδιοι συντελεστές επωμίστηκαν και την ενδυματολογία, εμπνεόμενοι από τη μόδα προηγούμενων δεκαετιών ('60-'70) και συγκροτώντας εξαίρετες, καλοφτιαγμένες δημιουργίες.





Ο χορός


Ο Φωκάς Ευαγγελινός, διά μέσου της χορογραφίας του, προσέδωσε χαριτωμένη διάθεση στο εν συνόλω θέαμα, ενώ ανέδειξε παραστατικά τις επιρροές του παράστασης από την «κομέντια ντελ άρτε».

Στο πλαίσιο αξιολόγησης του χορού, οφείλεται να δοθεί μνεία στον χορευτή και ακροβάτη, Περικλή Σιούντα, ο οποίος έδωσε «ζωή» στους οραματισμούς του χορογράφου, με την «ελαστική» και χαρισματική του κίνηση.




Η μουσική



Η πρωτότυπη σύνθεση του Γιώργου Δούσου διατύπωσε αυθεντικώς τις επιμέρους εκφάνσεις της ιστορίας, χωρίς να περιοριστεί σε χωροχρονικά πλαίσια. Αντιθέτως, η μουσική διακρινόταν από διαχρονικότητα και λεπτεπίλεπτες «γραμμές» , μεταξύ του ρεαλισμού και της φάρσας.


Αξιοσημείωτοι για την καλλιτεχνική τους ακρίβεια αποδείχθηκαν και οι επί σκηνής, φωνητικοί «εκτελεστές» της μουσικής Αντώνης Αντωνιάδης, Αλίκη Ζαχαροπούλου, Πάνος Αποστολόπουλος, Σμαράγδα Κάκκινου, Κατερίνα Πλεξίδα, Αλέξης Κωτσόπουλος και Εύα Φρακτοπούλου.


Τον θαυμασμό των θεατών κατέκτησε, επίσης, η υψίφωνος Βάσια Ζαχαροπούλου, εξ'αιτίας της «βελούδινης» χροιάς της και της θαυμάσιας θεατρικότητάς της.

Οι ηθοποιοί






Στην υπόθεση του έργου, πρωτοστατούν οι εκρηκτικές «βεντέτες» του λυρικού τραγουδιού, που ενσαρκώθηκαν από τρεις ηθοποιούς, με άκρως σαρωτικό εκτόπισμα :


Η Αγορίτσα Οικονόμου, στον ρόλο της Τονίνα, χαρακτηριζόταν από τη νευρικότητα της υψιφώνου με το «φλογερό» ταμπεραμέντο και τον μεγάλο της ζήλο για επιτυχία και δόξα με ευφυέστατα χιουμοριστικό τρόπο.


Υποδυόμενη τη Λουκρέτσια, η Δάφνη Λαμπρόγιαννη ανέδειξε την υπέρμετρη έπαρση και τη τυχοδιωκτική της συμπεριφορά, με περίτεχνη και αξιοσέβαστη γοητεία.


Η ερμηνεία της Ιωάννας Μαυρέα, ως Αννίνα, διακρινόταν για τη βαθιά, κωμική της υπόσταση και τη χαριτωμένη της διάθεση, που διέγειρε την τέρψη του θεατρόφιλου κοινού, ενώ ενισχύθηκε σε δυναμική, μέσω της ευκινησίας και της εκφραστικότητας της ηθοποιού.





Τον θίασο συναποτέλεσαν, επιπρόσθετα, μια πεντάδα ανδρών, ο καθένας εκ των οποίων ξεχώρισε για την πηγαία, ερμηνευτική του γνησιότητα :


Ο Λαέρτης Μαλκότσης, ενσαρκώνοντας τον τενόρο, Πασκουαλίνο, προκάλεσε το άφθονο γέλιο του κοινού, χάρη στην καλλιτεχνική ευρηματικότητα, που διέθετε. Μάλιστα, αξίζει να δοθεί έπαινος στον ηθοποιό και για τις ικανότητές του στο πιάνο, τις οποίες αξιοποίησε σε συγκεκριμένη σκηνή του έργου.


Στον ρόλο του φιλόδοξο Καρλούτσιο, ο Ταξιάρχης Χάνος διατύπωσε αρμονικά τον ναρκισσισμό του ρόλου, ο οποίος τον ωθεί σε αδικαιολόγητους «ντιβισμούς» και κατάφωρη ψευδολογία.


Ο Σπύρος Μπιμπίλας, ως Νίμπιο, διακατεχόταν από μπρίο και χάρη, η οποία έγινε ολότελα σαφή από το ιδιαίτερο «χρώμα» της φωνής του.


Αναλαμβάνοντας τον ρόλο του Αλή, ο Θέμης Πάνου ενσάρκωσε με πλήρη ρεαλισμό τον Οθωμανό Ιμπρεσάριο, εντυπωσιάζοντας δικαιωματικά τους θεατές.


Κλείνοντας, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς εξέφρασε με καλλιτεχνική «μεστότητα» τον χαρακτήρα του Κόμη Λάσκα, ιδίως την επιθυμία του να αποδοκιμάσει τη συμπεριφορά των επαιρόμενων ηθοποιών.





Συνολικά, η παράσταση πέτυχε να αναπαραστήσει την ιστορία του Γκολντόνι, χρησιμοποιώντας άκρως σατιρικά μέσα και ευφάνταστες εικόνες. Το θεατρόφιλο κοινό ήρθε σε επαφή με ένα θεαματικό σύνολο καλλιτεχνών, που επάξια κέρδισε τον αμοιβαίο θαυμασμό του.


  • Πληροφορίες σχετικά με την παράσταση μπορείτε να βρείτε εδώ

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη