Επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα: Η αποτίμηση από Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση




Σε νέα πιο ήρεμη ρότα φαίνεται να μπαίνουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τη χθεσινή επίσκεψη του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα.

«Ελλάδα και Τουρκία έδειξαν διάθεση συνεννόησης και χωρίς να κάνουν “εκπτώσεις” στις κόκκινες γραμμές τους, συνειδητοποίησαν το χρέος τους να βάλουν στην άκρη τις μεγάλες διαφορές τους και να αναζητήσουν εκείνα που ενώνουν τις δυο χώρες», δήλωνε κυβερνητικός αξιωματούχος λίγο μετά την απογείωση του προεδρικού αεροσκάφους, που μετέφερε τον Ερντογάν πίσω στην Άγκυρα.

Προχωρώντας σε έναν πρώτο απολογισμό της επίσκεψης του τούρκου προέδρου και όλων όσων αποφασίστηκαν, από την υπογραφή των διμερών συμφωνιών έως την εξαιρετικά σημαντική Διακήρυξη Φιλίας και Καλής Γειτονίας, η ικανοποίηση ήταν εμφανής.



Όπως τόνιζαν, αυτό που διέγνωσαν ήταν μια γνήσια διάθεση και των δυο πλευρών να προχωρήσουν στις σχέσεις τους, να σταθεροποιήσουν τους δεσμούς τους και, όταν θα ωριμάσουν οι συνθήκες, να κάνουν το επόμενο βήμα.

Η Αθήνα ξεκαθαρίζει ότι η μεγάλη και μόνη διαφορά είναι ο καθορισμός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας και υπογραμμίζεται ότι θα περάσει καιρός και θα χρειαστεί κόπος έως ότου ωριμάσουν οι συνθήκες, για να ξεκινήσει η συζήτηση για το θέμα αυτό.

Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι στη συνάντηση των Αθηνών μπήκαν τα θεμέλια, έτσι ώστε να μην υπάρξουν πισωγυρίσματα αλλά και για να μην μείνει τίποτα από όσα συνομολογήθηκαν στα χαρτιά. Τονίζουν βέβαια με νόημα ότι αυτό εξαρτάται και από τις δυο πλευρές.

Ειδικά όσον αφορά στη Διακήρυξη Φιλίας και Καλής Γειτονίας των Αθηνών θεωρούν ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σημαντικό κείμενο, καθώς είναι η πρώτη φορά μετά από 100 χρόνια που Ελλάδα και Τουρκία – με τις υπογραφές του Πρωθυπουργού της Ελλάδας και του Προέδρου της Τουρκίας – δεσμεύονται σε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και σε «ήρεμα νερά».


Η αιχμή Μητσοτάκη για τη μειονότητα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο τέλος των κοινών δηλώσεων με τον Ταγίπ Ερντογάν, πήρε ξανά τον λόγο και απάντησε στην αναφορά του τούρκου προέδρου περί «τουρκικής μειονότητας», λέγοντας πως ο προσδιορισμός της ιδιότητας (μουσουλμανική μειονότητα) καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις δηλώσεις του είπε: «Ευχή μας είναι να επιλύσουμε τα κοινά προβλήματα. Η τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα και η ρωμαίικη κοινότητα στην Τουρκία είναι δομικά στοιχεία του ανθρώπινου και πολιτιστικού μας πλούτου». Μετά την τοποθέτηση του προέδρου της Τουρκίας ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Αφού εκφράσω για ακόμα μια φορά την ικανοποίησή μου για την υπογραφή αυτού του σημαντικού Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας, επιτρέψτε μου ένα σχόλιο μόνο για τα ζητήματα των μειονοτήτων. 

Ξέρετε, για εμάς και για εμένα προσωπικά, η Θράκη αποτελεί ένα παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων και οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας έχουν -και αγωνιζόμαστε πάντα να διασφαλίζουμε στην πράξη- ίσες ευκαιρίες. Σε αυτή την κατεύθυνση αγωνιζόμαστε. Ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης.


Χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης, είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης, να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω, και να διαβεβαιώσω βέβαια όλους τους μουσουλμάνους συμπολίτες μας, ότι προς αυτή την κατεύθυνση η Ελληνική Κυβέρνηση θα εξακολουθεί να δουλεύει νυχθημερόν».

Ο πρόεδρος της Τουρκίας δεν ανταπάντησε στο σχόλιο του πρωθυπουργού και η κοινή συνέντευξη Τύπου ολοκληρώθηκε με χειροκροτήματα και με μια θερμή χειραψία Μητσοτάκη-Ερντογάν.



Το παρασκήνιο

Από τα πρώτα, πάντως, λεπτά που ο Τούρκος πρόεδρος έφτασε στην Αθήνα και πέρασε το κατώφλι του Προεδρικού Μεγάρου έδειξε τις προθέσεις του. Ο διάλογος με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας άφησε μια πρώτη καλή γεύση και η φράση ότι θέλει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο θεωρήθηκε προάγγελος για τη συνέχεια.

Όπως τόνιζαν κυβερνητικές πηγές, το γεγονός ότι το τετ α τετ που ακολούθησε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη διήρκεσε 45 λεπτά επιπλέον της προκαθορισμένης συνάντησης αλλά και οι δηλώσεις που ακολούθησαν έστειλαν το μήνυμα ότι το επόμενο βήμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μπορεί να είναι η προσέγγιση, ακόμα και για τις πιο σοβαρές και για δεκαετίες άλυτες διαφορές ανάμεσα στις δυο χώρες.

Αυτό που, επίσης, σχολίαζαν ήταν το γεγονός ότι αρκετές φορές ο Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποίησε τον όρο «αδέρφια» για Έλληνες και Τούρκους, προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει πρόβλημα τόσο μεγάλο μεταξύ μας, που δεν μπορεί να λυθεί».


Τα επόμενα ραντεβού


Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να διατηρηθεί ο δίαυλος επικοινωνίας και με μεγαλύτερη μάλιστα συχνότητα.

Τον Φεβρουάριο του 2024 αναμένεται να συναντηθούν οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας της Ελλάδας και της Τουρκίας, στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, και θα ακολουθήσει τον Απρίλιο η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Τουρκία.

Τον Ιούλιο Μητσοτάκης και Ερντογάν θα συναντηθούν ξανά στην Ουάσιγκτον, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ.

Οι συμφωνίες που ξεχώρισαν

Δεκεπέντε (15) συμφωνίες, μνημόνια και διακηρύξεις βρέθηκαν στο επίκεντρο των συναντήσεων που είχαν δώδεκα Έλληνες και Τούρκοι υπουργοί στο πλαίσιο του 5ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας.

Επιπλέον, η Ελλάδα ζήτησε και εξασφάλισε το πράσινο φως από την ΕΕ για χορήγηση βίζας σε Τούρκους πολίτες και τις οικογένειές τους, ώστε να διευκολυνθούν οι επισκέψεις τους σε 10 ελληνικά νησιά (Καστελλόριζο, Ρόδος, Σύμη, Κως, Κάλυμνος, Λέρος, Σάμος, Χίος, Λέσβος, Λήμνος) για 7 μέρες το χρόνο.

Σε ό,τι αφορά στο μεταναστευτικό, αποφασίστηκε 24ωρη επαφή ανάμεσα στο ελληνικό Λιμενικό και την τουρκική Ακτοφυλακή, ώστε κάθε φορά να αποφασίζεται η άμεση παρέμβαση, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Η Αντιπολίτευση

Κοινή στο σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης είναι η απαίτηση για άμεση ενημέρωση σχετικά με τις συζητήσεις που έγιναν αλλά και τα έγγραφα που υπογράφθηκαν κατά την διάρκεια της επίσκεψης Ερντογάν στην Αθήνα και στις επαφές του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο. Αν και σε γενικές γραμμές η λογική του ελληνοτουρκικού διαλόγου στο κορυφαίο επίπεδο φαίνεται να γίνεται αποδεκτή με θετικό τρόπο δεν λείπουν οι επιφυλάξεις για την πορεία των πραγμάτων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ

Σε δύο παραγράφους την διακήρυξης που υπογράφθηκε από Μητσοτάκη και Ερντογάν φαίνεται να στέκεται ο ΣΥΡΙΖΑ.

Σημειώνει πως “αναμένουμε ενημέρωση για τις προβλέψεις της Διακήρυξης περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας ιδιαίτερα όσον αφορά: Την παράγραφο OP1(α) για την υπαγωγή των διερευνητικών συνομιλιών στο πλαίσιο του Πολιτικού Διαλόγου, που συνεπάγεται de facto αναβάθμισή τους σε πολιτικές διαπραγματεύσεις.

Την παράγραφο OP2 η οποία προβλέπει δέσμευση “αποχής από δήλωση, πρωτοβουλία ή ενέργεια που θα μπορούσε να απαξιώσει ή να θέσει σε κίνδυνο τη Διακήρυξη ή να θέσει σε κίνδυνο την ειρήνη.” Θα πρέπει να είναι σαφές ότι τίποτα σε αυτήν την παράγραφο δεν επηρεάζει την κυριαρχία της Ελλάδας και το δικαίωμα άμυνας των ελληνικών νησιών και δεν οδηγεί σε απεμπόληση δικαιωμάτων της, όπως προβλέπονται από το δίκαιο της θάλασσας και το διεθνές δίκαιο γενικότερα”.

Επίσης σε ανάρτησή του ο Στέφανος Κασσελάκης εγκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί δεν θύμισε στον Τούρκο πρόεδρο πως στην προηγούμενη επίσκεψη του είχε μιλήσει για “μουσουλμανική” και όχι “τουρκική” μειονότητα στην Θράκη.

Το ΠΑΣΟΚ

“Η ουσία βρίσκεται πάντοτε πίσω από τις φωτογραφίες και τις εθιμοτυπικές δηλώσεις” επισήμανε σε σχόλιο του ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Δημήτρης Μάντζος. Εστιάζοντας “στο κείμενο του συμφώνου, στη δεσμευτικότητά του και στο κατά πόσον οι γενικές διατυπώσεις του μπορούν να αφήσουν ενδεχόμενα περιθώρια διαφορετικών ερμηνειών“.

Μάλιστα εμφανίστηκε επιφυλακτικός επισημαίνοντας πως “η οικοδόμηση της εμπιστοσύνης προϋποθέτει πρόοδο στο πεδίο και όχι μόνο δηλώσεις -όπως αποδεικνύει χαρακτηριστικά η απόπειρα επαναφοράς του κ. Ερντογάν σε «τουρκική» και όχι μουσουλμανική μειονότητα”. 

Τόνισε πάντως ότι το ΠΑΣΟΚ “παραμένει προσηλωμένο σε μια πολιτική αρχών έναντι της Τουρκίας, με αμοιβαίο και επαληθεύσιμο σεβασμό του διεθνούς δικαίου και πλήρη εγκατάλειψη της αναθεωρητικής στρατηγικής της Άγκυρας”.

Το ΚΚΕ

Τις μεγαλύτερες επιφυλάξεις από όλους φαίνεται να έχει το ΚΚΕ, που μάλιστα διαβλέπει σε ανακοίνωσή του “οδυνηρούς συμβιβασμούς”. Σημειώνει χαρακτηριστικά πως “παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να καλλιεργηθεί κλίμα εφησυχασμού περί “ήρεμων νερών”, η αλήθεια είναι ότι η αποκαλούμενη “επανεκκίνηση” των ελληνοτουρκικών σχέσεων πραγματοποιείται πάνω στο πολύ επικίνδυνο πλαίσιο που διαμορφώνουν οι ΝΑΤΟϊκοί σχεδιασμοί για οδυνηρές διευθετήσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. 

Και αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα αν αποτυπώνεται πάντα σε επιθετικές ή ακραίες ρητορικές εκφράσεις”. Μάλιστα επισημαίνει πως “ερωτηματικά προκαλεί η αναφορά του κ. Μητσοτάκη ότι υπάρχει “μια διαφορά που μπορεί να υπαχθεί σε διεθνή δικαιοδοσία”, αφήνοντας χώρο για ερμηνείες ότι υπάρχουν επιπλέον διαφορές που μπορούν να διευθετηθούν με άλλο τρόπο”.

Η Νέα Αριστερά


“Η ύφεση και ο διάλογος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας δεν πρέπει να μείνουν σε συγκυριακό πλαίσιο” σημειώνεται από την πλευρά της Νέας Αριστεράς, όπως δήλωσε η βουλευτής του κόμματος Σία Αναγνωστοπούλου.

Επισήμανε επίσης ότι “εμείς από την πλευρά μας είμαστε απόλυτα σαφείς: Είμαστε υπέρ της ειρήνης, της σταθερότητας και της προαγωγής της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

Στην περιοχή μας, οι στόχοι αυτοί εξυπηρετούνται μόνο με την εξομάλυνση των σχέσεων και τη φιλία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Στην κατεύθυνση αυτή θα στηρίξουμε κάθε θετική πρωτοβουλία, εφ’ όσον σέβεται την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα και προάγει τα εθνικά συμφέροντα και τους στρατηγικούς στόχους της χώρας”. 

Αναφέρει μάλιστα πως “θεωρούμε αυτονόητο ότι θα υπάρξει άμεσα από την κυβέρνηση ενημέρωση της βουλής και των πολιτικών αρχηγών για τα αποτελέσματα της σημερινής επίσκεψης και τον οδικό χάρτη για το εξής”.

Σημειώνει τέλος πως “θεωρούμε αυτονόητο ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι αναπόσπαστο τμήμα των ευρωτουρκικών σχέσεων. Σε αυτές περιλαμβάνεται η επίλυση του Κυπριακού, στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με τη δημιουργία διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα. Περιλαμβάνεται επίσης η πολιτική Ασύλου και Μετανάστευσης, με σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα των αιτούντων και στο διεθνές δίκαιο”

Σχόλια

Διαβάστε ακόμη