Η νέα γενιά μετά τα Τέμπη: Νιώθουν οργή και δηλώνουν πως θα ψηφίσουν στις εκλογές
Η νέα έρευνα του Eteron κατατίθεται στο δημόσιο διάλογο ως απόπειρα να ανιχνεύσουμε τις τάσεις που αποτυπώνονται στη νέα γενιά μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη. Πρόκειται για ποσοτική έρευνα, με επιστημονική υπεύθυνη τη Λουκία Κοτρωνάκη, διδάσκουσα και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Τα στοιχεία της έρευνας συνέλεξε η aboutpeople, για λογαριασμό του Eteron, στα μέσα Απριλίου του 2023 σε δείγμα 634 ατόμων, ηλικίας 17 - 34 ετών.
H μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων, το πιο θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα, είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να χωρέσει ο ανθρώπινος νους. Η απώλεια τόσων ανθρώπινων ζωών, στην πλειοψηφία τους κάτω των 30 ετών, λειτούργησε ως σοκ που βύθισε την κοινωνία στο πένθος και παράλληλα οδήγησε σε πολυήμερες κινητοποιήσεις πανελλαδικά, τις μεγαλύτερες της τελευταίας δεκαετίας. Πρόκειται επομένως για ένα γεγονός με καθολικό αντίκτυπο που είναι ακόμη δύσκολο να εντοπιστεί σε όλο του το εύρος.
Σε μια πρώτη απόπειρα προς αυτή την κατεύθυνση, τα ευρήματα της έρευνας του Eteron εμπλουτίζουν την οπτική μας σχετικά με τη συμμετοχή των νέων σε δράσεις διαμαρτυρίας μετά τα Τέμπη και τις ευρύτερες επιδράσεις που μπορεί να έχουν στις κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες. Η έρευνα εντάσσεται στο νέο πρότζεκτ του Eteron “Youth - Voice On”, που αποτελεί συνέχεια του “Gen Z - Voice On”, ανοίγοντας το πλάνο σε ένα μεγαλύτερο ηλικιακό εύρος (17 - 34 ετών).
Τι μαθαίνουμε λοιπόν από την έρευνα για τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις, ποιοι μπαίνουν στο κάδρο της ευθύνης για το δυστύχημα και ποιός είναι ο ρόλος των συναισθημάτων στη συλλογική δράση των νέων;
Ας καταπιαστούμε με αυτές τις ερωτήσεις ξεκινώντας αντίστροφα. Το κυρίαρχο συναίσθημα που νιώθουν οι νέοι και οι νέες την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας, ενάμιση μήνα δηλαδή μετά το τραγικό δυστύχημα, είναι η οργή (43,7%), με δεύτερο την απελπισία (19,7%) και τρίτο το αίσθημα της ντροπής (17,4%).
Ο ρόλος των συναισθημάτων στη συλλογική δράση και η σημασία τους για την ανάλυση της πολιτικής συμπεριφοράς έχει τονιστεί έντονα τα τελευταία χρόνια από πλήθος ερευνητών/τριών στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει επηρεάσει τις μεθοδολογικές στρατηγικές της κοινωνικής έρευνας.
Όπως σημειώνει ο Δ. Παρασκευόπουλος, μεταδιδακτορικός ερευνητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στο βιβλίο του για μια “εισαγωγή στην κοινωνιολογία των συναισθημάτων“, το οποίο εκδόθηκε πριν λίγους μήνες, το συναίσθημα δεν είναι μόνο ατομική υπόθεση. Αντίθετα, όπως εξηγεί, η εκδήλωσή του ή η αιτιότητά του τοποθετείται στη διασταύρωση του ατομικού και του κοινωνικού, μέσα στη διαχρονική διαλεκτική τους σχέση.
Αυτή η σχέση ατομικού και κοινωνικού είναι σημαντική για να κατανοήσουμε και τα ευρήματα της έρευνας σε σχέση με την απόδοση ευθυνών για το δυστύχημα. Προκύπτει από την έρευνα ότι η νέα γενιά δεν αποδέχεται ότι η ευθύνη για το δυστύχημα περιορίζεται στο όποιο λάθος του σταθμάρχη, αλλά αναδεικνύει τις δομικές και συνολικές πολιτικες ευθύνες για την κατάσταση των σιδηροδρόμων.
Στη σχετική ερώτηση, όπου μπορούσαν να επιλέξουν έως δύο απαντήσεις, το 59,5% απαντά ότι κυρίως την ευθύνη για το δυστύχημα τη φέρει η τωρινή κυβέρνηση, το 58,3% όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις και μόλις το 13,1% απαντά ότι ο σταθμάρχης φέρει κυρίως την ευθύνη. Η στρατηγική της έμφασης στην ατομική ευθύνη αποτελεί ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στον κυρίαρχο λόγο, το οποίο ακολουθήθηκε κατά κόρον και στην περίοδο της πανδημίας.
Έχει ενδιαφέρον να ξανασκεφτούμε αυτή την έμφαση σε ατομικά και όχι σε κοινωνικά αίτια σε συσχέτιση με τον μηχανισμό της «αποπολιτικοποίησης» του πόνου, όπως τον περιέγραψε σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Καθημερινή ο καθηγητής Iατρικής Ανθρωπολογίας και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ρόεχαμπτον, Τζέιμς Ντέιβις.
Αυτή η σχέση ατομικού και κοινωνικού είναι σημαντική για να κατανοήσουμε και τα ευρήματα της έρευνας σε σχέση με την απόδοση ευθυνών για το δυστύχημα. Προκύπτει από την έρευνα ότι η νέα γενιά δεν αποδέχεται ότι η ευθύνη για το δυστύχημα περιορίζεται στο όποιο λάθος του σταθμάρχη, αλλά αναδεικνύει τις δομικές και συνολικές πολιτικες ευθύνες για την κατάσταση των σιδηροδρόμων.
Στη σχετική ερώτηση, όπου μπορούσαν να επιλέξουν έως δύο απαντήσεις, το 59,5% απαντά ότι κυρίως την ευθύνη για το δυστύχημα τη φέρει η τωρινή κυβέρνηση, το 58,3% όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις και μόλις το 13,1% απαντά ότι ο σταθμάρχης φέρει κυρίως την ευθύνη. Η στρατηγική της έμφασης στην ατομική ευθύνη αποτελεί ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στον κυρίαρχο λόγο, το οποίο ακολουθήθηκε κατά κόρον και στην περίοδο της πανδημίας.
Έχει ενδιαφέρον να ξανασκεφτούμε αυτή την έμφαση σε ατομικά και όχι σε κοινωνικά αίτια σε συσχέτιση με τον μηχανισμό της «αποπολιτικοποίησης» του πόνου, όπως τον περιέγραψε σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Καθημερινή ο καθηγητής Iατρικής Ανθρωπολογίας και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ρόεχαμπτον, Τζέιμς Ντέιβις.
Ο Ντέιβις εξηγεί ότι «αυτός ο μηχανισμός εννοιολογεί τον πόνο με τρόπους που προστατεύουν την τρέχουσα οικονομία από την κριτική, αναπλαισιώνοντας τον πόνο ως ριζωμένο σε ατομικά και όχι σε κοινωνικά αίτια». Με αυτόν τον τρόπο, συνεχίζει ο καθηγητής, το σύστημα ιδιωτικοποιεί τον πόνο και επαναπροσδιορίζει την ατομική ψυχική υγεία με όρους που συνάδουν με τους στόχους της οικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι κινητοποιήσεις για το δυστύχημα στα Τέμπη επαναπολιτικοποιούν τον πόνο μέσα από ρεπερτόρια δράσης, όπως συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, απεργίες, πολιτιστικές, καλλιτεχνικές και άλλες ευφάνταστες δράσεις στη μνήμη των θυμάτων, με πλέον χαρακτηριστικό το σύνθημα «όλων των νεκρών θα γίνουμε η φωνή». Επομένως, ο πόνος για την απώλεια και το συλλογικό πένθος συνδέεται με τις αγωνιστικές διεκδικήσεις και τις συλλογικές δράσεις, οι οποίες μάλιστα συνεχίζονται και τις μέρες που διανύουμε. Απ’ αυτή την άποψη, αξίζει να γίνει αναφορά στα αποκαλυπτήρια μνημείου από τους φοιτητικούς συλλόγους του ΑΠΘ για τους φοιτητές/τριες που χάθηκαν στο δυστύχημα και την πορεία στη μνήμη των θυμάτων στη Λάρισα, την οποία διοργάνωσε ο νεοσύστατος Σύλλογος Πληγέντων του Δυστυχήματος των Τεμπών.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι κινητοποιήσεις για το δυστύχημα στα Τέμπη επαναπολιτικοποιούν τον πόνο μέσα από ρεπερτόρια δράσης, όπως συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, απεργίες, πολιτιστικές, καλλιτεχνικές και άλλες ευφάνταστες δράσεις στη μνήμη των θυμάτων, με πλέον χαρακτηριστικό το σύνθημα «όλων των νεκρών θα γίνουμε η φωνή». Επομένως, ο πόνος για την απώλεια και το συλλογικό πένθος συνδέεται με τις αγωνιστικές διεκδικήσεις και τις συλλογικές δράσεις, οι οποίες μάλιστα συνεχίζονται και τις μέρες που διανύουμε. Απ’ αυτή την άποψη, αξίζει να γίνει αναφορά στα αποκαλυπτήρια μνημείου από τους φοιτητικούς συλλόγους του ΑΠΘ για τους φοιτητές/τριες που χάθηκαν στο δυστύχημα και την πορεία στη μνήμη των θυμάτων στη Λάρισα, την οποία διοργάνωσε ο νεοσύστατος Σύλλογος Πληγέντων του Δυστυχήματος των Τεμπών.
Στρέφοντας την προσοχή στις μεγάλες κινητοποιήσεις του Μαρτίου του 2023, η έρευνα του Eteron αποτυπώνει τη σημαντική συμμετοχή των νέων, με 3 στα 8 άτομα να απαντούν ότι συμμετείχαν (37,8%).
Είναι ενδεικτικό ότι με βάση τα στοιχεία της έρευνας της Public Issue, που δημοσιεύτηκε στις 21 Μαρτίου 2023, το ποσοστό συμμετοχής σε επίπεδο γενικού πληθυσμού 17 ετών και άνω ανέρχεται σε 30%, σημειώνοντας ρεκόρ 12ετίας στις μηνιαίες μετρήσεις της Public issue. Επιστρέφοντας στην έρευνα του Eteron για τη νέα γενιά, αξίζει να σημειωθεί ότι στο κομμάτι των νέων Millennials (25 - 34 ετών), το ποσοστό συμμετοχής στις κινητοποιήσεις είναι ακόμη μεγαλύτερο (39,2%).
Για να έχουμε μια εικόνα των αριθμών, εάν κάνουμε μια προβολή του ποσοστού αυτού στο γενικό πληθυσμό των νεων 25 - 34 ετών (με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι περίπου 1.144.000), λίγο λιγότεροι από 450.000 νέοι και νέες 25 - 34 ετών συμμετείχαν πανελλαδικά σε δράσεις διαμαρτυρίας για τα Τέμπη. Προκύπτει, δε, από τη συσχέτιση των απαντήσεων με τη μεταβλητή του φύλου, ότι οι νέες γυναίκες είχαν μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στις κινητοποιήσεις από τους νέους άντρες.
Για να έχουμε μια εικόνα των αριθμών, εάν κάνουμε μια προβολή του ποσοστού αυτού στο γενικό πληθυσμό των νεων 25 - 34 ετών (με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι περίπου 1.144.000), λίγο λιγότεροι από 450.000 νέοι και νέες 25 - 34 ετών συμμετείχαν πανελλαδικά σε δράσεις διαμαρτυρίας για τα Τέμπη. Προκύπτει, δε, από τη συσχέτιση των απαντήσεων με τη μεταβλητή του φύλου, ότι οι νέες γυναίκες είχαν μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στις κινητοποιήσεις από τους νέους άντρες.
Σχεδόν 1 στα 3 άτομα δήλωσε ότι συμμετείχε σε οργανωμένο μπλοκ μαθητικών συντονιστικών, φοιτητικών συλλόγων, εργατικών σωματείων ή πολιτικού κόμματος/οργάνωσης, ενώ για τις κινητοποιήσεις ενημερώθηκαν κυρίως από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης σε ποσοστό 54,3%, με πιο δημοφιλείς πηγές πληροφόρησης το facebook και το instagram. Ιδιαίτερα σημαντικό και δηλωτικό των τάσεων νέας πολιτικοποίησης είναι το γεγονός ότι για το 13,6% όσων συμμετείχαν, οι κινητοποιήσεις για το δυστύχημα αποτέλεσαν την πρώτη τους εμπειρία συμμετοχής σε διαδήλωση για οποιοδήποτε κοινωνικό ζήτημα. Το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο στις γυναίκες (16,3%).
Είναι, δε, εύλογο να υποθέσουμε ότι στις τάξεις των μαθητών/τριών γυμνασίων και των πρώτων τάξεων του Λυκείου, που δεν συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα της έρευνας, το ποσοστό θα είναι μάλλον ακόμη μεγαλύτερο. Απ’ αυτή την άποψη, πάντως, είναι σημαντικό ότι και στο άνω ηλικιακό φάσμα της έρευνας, το τμήμα δηλαδή των νέων Millennials 25 - 34 ετών, καταγράφεται ένα 11,5% ατόμων για τα οποία οι κινητοποιήσεις μετά τα Τέμπη ήταν η πρώτη εμπειρία εξοικείωσης τους με κινηματικά ρεπερτόρια δράσης.
Στην κατηγορία των πρώτη φορά διαδηλωτών/τριών, η πλειοψηφία δηλώνει ως κυρίαρχο συναίσθημα την ανασφάλεια και όχι την οργή. Επιστρέφοντας στο σύνολο των ατόμων που συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια, τόσο εκείνων που συμμετείχαν όσο και εκείνων που δε συμμετείχαν στις δράσεις διαμαρτυρίας, η μεγάλη πλειοψηφία, σε ποσοστό 70%, συμφωνεί με την άποψη ότι η αστυνομία αντιμετώπισε με υπέρμετρη βία τις δράσεις διαμαρτυρίας για τα Τέμπη. Το δυστύχημα φαίνεται να επηρέασε σε υψηλά ποσοστά που κυμαίνονται από 60 - 80% την άποψη των νέων για ένα σύνολο ζητημάτων όπως η αξιοπιστία του κράτους, το μέλλον της χώρας, τις ιδιωτικοποιήσεις, την κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα που έχουν κυβερνήσει και τα πολιτικά κόμματα εν γένει. Την ίδια στιγμή, αυτό που επλήγει περισσότερο είναι το αίσθημα ασφάλειας για τις μεταφορές (87,6%).
Για το λόγο αυτό, ιδιαίτερη σημασία έχει η ερώτηση “τι πιστεύετε ότι πρέπει να αλλάξει για να είναι ασφαλείς οι μεταφορές;”. Στις απαντήσεις αποτυπώνεται η αποδοκιμασία των νέων απέναντι στην ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων με την πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ της επανακρατικοποίησης του επιβατικού έργου στο σύνολό του. Γενικά, και από προηγούμενες έρευνες, τις οποίες διεξήγαγε η aboutpeople για λογαριασμό του Eteron, είναι εμφανές ότι για την πλειοψηφία των νέων η λέξη ιδιωτικοποίηση αντιπροσωπεύει κάτι κακό.
Για παράδειγμα, στην περσινή έρευνα του Eteron «Τι πιστεύουμε για την οικονομία μετά την πανδημία;» (Φεβρουάριος 2022) την άποψη αυτή έχουν το 60,6% των νέων ηλικίας 17 - 24 ετών και το 63,2% των νέων 25 - 34 ετών, ενώ σχεδόν αντίστοιχα είναι τα ποσοστά και στην πρόσφατη έρευνα του Eteron για την ακτινογραφία των ψηφοφόρων (Μάρτιος 2023), όπως θα δούμε σε λίγες μέρες σε σχετική ανάλυση ανά ηλικιακή ομάδα την οποία θα παρουσιάσει το Eteron.
Ποιες ευρύτερες τάσεις αποτυπώνονται και τι μαθαίνουμε από την έρευνα του Eteron για τη δυσπιστία των νέων, τις απόψεις και την ιδεολογικο-πολιτική τους τοποθέτηση;
Ενδεικτικές είναι και οι απαντήσεις για τα κινηματικά γεγονότα της περιόδου πριν το δυστύχημα στα Τέμπη. Πιο συγκεκριμένα, είναι συντριπτικό το ποσοστό συμφωνίας των νέων με τις πολύμηνες κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών για τα επαγγελματικά δικαιώματα και τις σπουδές τους (77,2%). Ξεχωριστή σημασία έχουν και οι απαντήσεις των νέων για την αποτυχημένη πλέον απόπειρα της κυβέρνησης να ιδρύσει Πανεπιστημιακή αστυνομία, η οποία αποτράπηκε μετά από πολύμηνες κινητοποιήσεις του φοιτητικού κινήματος.
Όπως και στην προγενέστερη έρευνα για τη Generation Z το Δεκέμβριο του 2021, έτσι και στη νέα έρευνα του Eteron σε ακόμη μεγαλύτερο δείγμα και ηλικιακό εύρος, προκύπτει ότι το 50,3% των νέων δηλώνει ότι διαφωνεί ή μάλλον διαφωνεί με την επιλογή της κυβέρνησης έναντι του 35,2% που συμφωνεί ή μάλλον συμφωνεί με την ίδρυση της Πανεπιστημιακής αστυνομίας. Τόσο τα πλειοψηφικά ποσοστά συμφωνίας με τις κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών, όσο και τα ποσοστά διαφωνίας με την Πανεπιστημιακή αστυνομία είναι σημαντικά και από την άποψη ότι, με όλη τους την πολυμορφία, τόσο το κίνημα των καλλιτεχνών όσο και το φοιτητικό κίνημα έπαιξαν - μαζί με τα μαθητικά συντονιστικά και τα εργατικά σωματεία - κρίσιμο ρόλο στην οργάνωση των κινητοποιήσεων μετά τα Τέμπη.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, σύμφωνα με τη νέα γενιά, είναι η ακρίβεια και το κόστος ζωής, με δεύτερο τη διαφθορά. Ακολουθώντας τάσεις που αποτυπώνονται και σε προηγούμενες έρευνες του Eteron και άλλων ερευνητικών φορέων, τα ευρήματα της νέας έρευνας δείχνουν ότι μετά τα Τέμπη εντείνεται η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, με την κυβέρνηση - ως θεσμό - και τα πολιτικά κόμματα εν γένει να συγκεντρώνουν τα μεγαλύτερα ποσοστά δυσπιστίας. Αντίστοιχα είναι και τα ευρήματα για τα ΜΜΕ, με τους νέους και τις νέες να γυρνάνε την πλάτη τους στην τηλεόραση (86,7% απάντάνε ότι δεν την εμπιστεύονται καθόλου ή όχι και τόσο), αλλά και τις εφημερίδες (72,2%), ενώ αντίθετα προκρίνουν ως δίκτυα πληροφόρησης τα ενημερωτικά site και το κοινωνικό και οικογενειακό τους περιβάλλον.
Σε σχέση με ευρύτερες όψεις συμμετοχής των νέων στα κοινά, την πρωτιά στη συμμετοχή καταγράφουν οι πολιτιστικοί σύλλογοι, 1 στα 10 άτομα δήλωσε ότι συμμετέχει ή συμμετείχε στο παρελθόν σε πολιτικό κόμμα ή οργάνωση νεολαίας και το “δεν ξέρω/δεν απαντώ” αγγίζει το 48,2%. Από τις συσχετίσεις παρατηρούμε ότι η συμμετοχή αυξάνεται όσο ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο, ενώ αξίζει να κρατήσουμε ότι 1 στα 2 άτομα απαντά ότι στο παρελθόν έχει συμμετάσχει σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις και 1 στα 4 σε απεργία/στάση εργασίας.
Στο σημείο αυτό, έχει ενδιαφέρον να ξανασκεφτούμε τα παραπάνω υπό των φως της ιδεολογικο-πολιτικής τοποθέτησης των νέων, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις τους σε σχέση με το ρεύμα που τους/τις εκφράζει περισσότερο. Αν και αναδεικνύεται μια αριστερόστροφη τοποθέτηση, την ίδια στιγμή χρήζει ιδιαίτερης προσοχής ότι την πρωτιά καταλαμβάνει η απάντηση “καμία ιδεολογία - πιστεύω στο άτομο” (22,2%), ενώ ένα διόλου ευκαταφρόνητο 19,3% επιλέγει το “δε γνωρίζω/δεν απαντώ”. Ενώ, λοιπόν, ο νεοφιλελευθερισμός καταγράφει πολύ χαμηλά ποσοστά δημοφιλίας στην έρευνα (4,3%), οι ορατές και αόρατες επιδράσεις του είναι κραταιές, με τον ατομικισμό και την αντιπολιτική άρνηση όλων των ιδεολογιών να έχουν το προβάδισμα. Για να υπάρξει, βέβαια, εμβάθυνση στα πολλαπλά νοήματα γύρω από αυτές τις απαντήσεις ή για να σκιαγραφηθεί το προφίλ όσων επιλέγουν να μην απαντήσουν, χρειάζεται περαιτέρω μελέτη με ποιοτικές μεθοδολογίες έρευνας (focus group, συνεντεύξεις κτλ.).
Πάντως, είναι γεγονός ότι δεν είναι γραμμική η συσχέτιση μεταξύ ιδεολογικο-πολιτικών ρευμάτων και στάσης απέναντι σε κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που διχάζουν τη δημόσια συζήτηση, όπως, για παράδειγμα, η Πανεπιστημιακή αστυνομία, την οποία σχολιάσαμε πιο πάνω. Χαρακτηριστικά, από όσες/ους απάντησαν “καμία ιδεολογία - πιστεύω στο άτομο”, μόλις το 29,9% συμφωνούν με την ίδρυση Πανεπιστημιακής αστυνομίας. Αντίθετα, σε όσους/ες δηλώνουν ότι τους/τις εκφράζει περισσότερο ο φιλελευθερισμός και ο νεοφιλελευθερισμός, τα ποσοστά συμφωνίας με την ίδρυση της Πανεπιστημιακής αστυνομίας εκτινάσσονται σε 61,9% και 73,8% αντίστοιχα. Σίγουρα δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο παράγοντας των “χαλαρών” απαντήσεων, αλλά η διαφορά είναι προφανής και χρήζει περαιτέρω έρευνας.
Την εικόνα συμπληρώνουν οι απαντήσεις στην πολλαπλής επιλογής ερώτηση “πώς πιστεύεις ότι μπορεί να βελτιωθεί η ζωή σου;”, όπου την πρωτιά καταλαμβάνει η απάντηση “με την προσωπική μου προσπάθεια” (66,2%), με δεύτερη την “ψήφο - κυβερνητική εναλλαγή” (35,5%) και τρίτη τη συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις και τα κοινωνικά κινήματα (33,2%), ενώ καταγράφεται και ένα 8,8% που απαντάνε ότι δεν μπορεί να βελτιωθεί με τίποτα η ζωή τους.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, σύμφωνα με τη νέα γενιά, είναι η ακρίβεια και το κόστος ζωής, με δεύτερο τη διαφθορά. Ακολουθώντας τάσεις που αποτυπώνονται και σε προηγούμενες έρευνες του Eteron και άλλων ερευνητικών φορέων, τα ευρήματα της νέας έρευνας δείχνουν ότι μετά τα Τέμπη εντείνεται η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς, με την κυβέρνηση - ως θεσμό - και τα πολιτικά κόμματα εν γένει να συγκεντρώνουν τα μεγαλύτερα ποσοστά δυσπιστίας. Αντίστοιχα είναι και τα ευρήματα για τα ΜΜΕ, με τους νέους και τις νέες να γυρνάνε την πλάτη τους στην τηλεόραση (86,7% απάντάνε ότι δεν την εμπιστεύονται καθόλου ή όχι και τόσο), αλλά και τις εφημερίδες (72,2%), ενώ αντίθετα προκρίνουν ως δίκτυα πληροφόρησης τα ενημερωτικά site και το κοινωνικό και οικογενειακό τους περιβάλλον.
Σε σχέση με ευρύτερες όψεις συμμετοχής των νέων στα κοινά, την πρωτιά στη συμμετοχή καταγράφουν οι πολιτιστικοί σύλλογοι, 1 στα 10 άτομα δήλωσε ότι συμμετέχει ή συμμετείχε στο παρελθόν σε πολιτικό κόμμα ή οργάνωση νεολαίας και το “δεν ξέρω/δεν απαντώ” αγγίζει το 48,2%. Από τις συσχετίσεις παρατηρούμε ότι η συμμετοχή αυξάνεται όσο ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο, ενώ αξίζει να κρατήσουμε ότι 1 στα 2 άτομα απαντά ότι στο παρελθόν έχει συμμετάσχει σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις και 1 στα 4 σε απεργία/στάση εργασίας.
Στο σημείο αυτό, έχει ενδιαφέρον να ξανασκεφτούμε τα παραπάνω υπό των φως της ιδεολογικο-πολιτικής τοποθέτησης των νέων, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις τους σε σχέση με το ρεύμα που τους/τις εκφράζει περισσότερο. Αν και αναδεικνύεται μια αριστερόστροφη τοποθέτηση, την ίδια στιγμή χρήζει ιδιαίτερης προσοχής ότι την πρωτιά καταλαμβάνει η απάντηση “καμία ιδεολογία - πιστεύω στο άτομο” (22,2%), ενώ ένα διόλου ευκαταφρόνητο 19,3% επιλέγει το “δε γνωρίζω/δεν απαντώ”. Ενώ, λοιπόν, ο νεοφιλελευθερισμός καταγράφει πολύ χαμηλά ποσοστά δημοφιλίας στην έρευνα (4,3%), οι ορατές και αόρατες επιδράσεις του είναι κραταιές, με τον ατομικισμό και την αντιπολιτική άρνηση όλων των ιδεολογιών να έχουν το προβάδισμα. Για να υπάρξει, βέβαια, εμβάθυνση στα πολλαπλά νοήματα γύρω από αυτές τις απαντήσεις ή για να σκιαγραφηθεί το προφίλ όσων επιλέγουν να μην απαντήσουν, χρειάζεται περαιτέρω μελέτη με ποιοτικές μεθοδολογίες έρευνας (focus group, συνεντεύξεις κτλ.).
Πάντως, είναι γεγονός ότι δεν είναι γραμμική η συσχέτιση μεταξύ ιδεολογικο-πολιτικών ρευμάτων και στάσης απέναντι σε κοινωνικοπολιτικά ζητήματα που διχάζουν τη δημόσια συζήτηση, όπως, για παράδειγμα, η Πανεπιστημιακή αστυνομία, την οποία σχολιάσαμε πιο πάνω. Χαρακτηριστικά, από όσες/ους απάντησαν “καμία ιδεολογία - πιστεύω στο άτομο”, μόλις το 29,9% συμφωνούν με την ίδρυση Πανεπιστημιακής αστυνομίας. Αντίθετα, σε όσους/ες δηλώνουν ότι τους/τις εκφράζει περισσότερο ο φιλελευθερισμός και ο νεοφιλελευθερισμός, τα ποσοστά συμφωνίας με την ίδρυση της Πανεπιστημιακής αστυνομίας εκτινάσσονται σε 61,9% και 73,8% αντίστοιχα. Σίγουρα δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο παράγοντας των “χαλαρών” απαντήσεων, αλλά η διαφορά είναι προφανής και χρήζει περαιτέρω έρευνας.
Την εικόνα συμπληρώνουν οι απαντήσεις στην πολλαπλής επιλογής ερώτηση “πώς πιστεύεις ότι μπορεί να βελτιωθεί η ζωή σου;”, όπου την πρωτιά καταλαμβάνει η απάντηση “με την προσωπική μου προσπάθεια” (66,2%), με δεύτερη την “ψήφο - κυβερνητική εναλλαγή” (35,5%) και τρίτη τη συμμετοχή σε συλλογικές δράσεις και τα κοινωνικά κινήματα (33,2%), ενώ καταγράφεται και ένα 8,8% που απαντάνε ότι δεν μπορεί να βελτιωθεί με τίποτα η ζωή τους.
Και πάλι οι συσχετίσεις εμπλουτίζουν την οπτική μας, καθώς προκύπτει ότι πάνω από το 1/3 όσων προκρίνουν την προσωπική προσπάθεια ως μέσο βελτίωσης της ζωής τους, παράλληλα συμμετείχαν στις διαδηλώσεις για τα Τέμπη. Ας το σκεφτούμε αντίστροφα: αν και συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις, δεν έχουν καταλήξει - ακόμη τουλάχιστον - στο συμπέρασμα ότι οι συλλογικές δράσεις είναι το μέσο για βελτιώσουν τη ζωή τους.
Πώς θα επηρεάσει η ψήφος των νέων τις επικείμενες εκλογές και τι μένει τελικά από την έρευνα;
Συνειδητά, επιλέξαμε να μην συμπεριλάβουμε πρόθεση ψήφου στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας του Eteron, γιατί θα τραβούσε όλη την προσοχή και θα αποπροσανατόλιζε τη συζήτηση από τις υπόλοιπες θεματικές που επιχειρούμε να αναδείξουμε. Παρόλα αυτά, συμπεριλάβαμε κάποιες ερωτήσεις, οι οποίες, αν και μένει να κριθούν στην πράξη, αμφισβητούν ευθέως την κυρίαρχη ρητορεία ότι η νέα γενιά θα απέχει.
Πιο ειδικά, είναι αξιοσημείωτο ότι το 82,1% των νέων δήλωσαν ότι σκοπεύουν να ψηφίσουν στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαϊου. Την ίδια στιγμή είναι συντριπτική η αποδοχή της πρότασης “οι εποχικά εργαζόμενοι στον τουρισμό να ψηφίσουν στον τόπο που εργάζονται” (84,4%), αναμενόμενο αν λάβουμε υπόψη ότι μεγάλα τμήματα νέων απασχολούνται το καλοκαίρι σε αυτόν τον κλάδο σε συνθήκες επισφαλούς εργασίας. Αυτό το εύρημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν συσχετιστεί με το γεγονός ότι ενώ το 77,5% απάντησε ούτως ή άλλως ότι σκοπεύει να ψηφίσει αν, λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις πρώτες, γίνουν ξανά εκλογές στις αρχές Ιουλίου.
Μένει να δούμε σε λίγες εβδομάδες σε ποιό βαθμό και σε ποιά κατεύθυνση θα εκφραστεί στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών η οργή και η απελπισία των νέων, ενώ για το κομμάτι των φοιτητών/τριών θα προηγηθεί και η κάλπη των φοιτητικών εκλογών. Ως προς τα ζητήματα που θα επηρεάσουν την εκλογική τους συμπεριφορά στις βουλευτικές εκλογές, το δυστύχημα στα Τέμπη έρχεται στην 4η θέση, μετά τη δικαιοσύνη-διαφάνεια και την οικονομία-ανάπτυξη, ενώ την πρωτιά καταγράφει ο πληθωρισμός και η ακρίβεια, που όπως είδαμε νωρίτερα καταγράφεται από τη νέα γενιά ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι οι κινητοποιήσεις μετά τα Τέμπη εμβαθύνουν τάσεις πολιτικοποίησης που προϋπήρχαν στη νέα γενιά και συμβάλλουν στη νέα πολιτικοποίηση ανθρώπων που ενεπλάκησαν για πρώτη φορά σε συλλογικές δράσεις. Το ίδιο το δυστύχημα και τα γεγονότα που ακολούθησαν εντείνουν τη δυσπιστία των νέων απέναντι στους θεσμούς και επηρέασαν πολύ την άποψη τους για κρίσιμα ζητήματα.
Συνειδητά, επιλέξαμε να μην συμπεριλάβουμε πρόθεση ψήφου στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας του Eteron, γιατί θα τραβούσε όλη την προσοχή και θα αποπροσανατόλιζε τη συζήτηση από τις υπόλοιπες θεματικές που επιχειρούμε να αναδείξουμε. Παρόλα αυτά, συμπεριλάβαμε κάποιες ερωτήσεις, οι οποίες, αν και μένει να κριθούν στην πράξη, αμφισβητούν ευθέως την κυρίαρχη ρητορεία ότι η νέα γενιά θα απέχει.
Πιο ειδικά, είναι αξιοσημείωτο ότι το 82,1% των νέων δήλωσαν ότι σκοπεύουν να ψηφίσουν στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαϊου. Την ίδια στιγμή είναι συντριπτική η αποδοχή της πρότασης “οι εποχικά εργαζόμενοι στον τουρισμό να ψηφίσουν στον τόπο που εργάζονται” (84,4%), αναμενόμενο αν λάβουμε υπόψη ότι μεγάλα τμήματα νέων απασχολούνται το καλοκαίρι σε αυτόν τον κλάδο σε συνθήκες επισφαλούς εργασίας. Αυτό το εύρημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν συσχετιστεί με το γεγονός ότι ενώ το 77,5% απάντησε ούτως ή άλλως ότι σκοπεύει να ψηφίσει αν, λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις πρώτες, γίνουν ξανά εκλογές στις αρχές Ιουλίου.
Μένει να δούμε σε λίγες εβδομάδες σε ποιό βαθμό και σε ποιά κατεύθυνση θα εκφραστεί στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών η οργή και η απελπισία των νέων, ενώ για το κομμάτι των φοιτητών/τριών θα προηγηθεί και η κάλπη των φοιτητικών εκλογών. Ως προς τα ζητήματα που θα επηρεάσουν την εκλογική τους συμπεριφορά στις βουλευτικές εκλογές, το δυστύχημα στα Τέμπη έρχεται στην 4η θέση, μετά τη δικαιοσύνη-διαφάνεια και την οικονομία-ανάπτυξη, ενώ την πρωτιά καταγράφει ο πληθωρισμός και η ακρίβεια, που όπως είδαμε νωρίτερα καταγράφεται από τη νέα γενιά ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι οι κινητοποιήσεις μετά τα Τέμπη εμβαθύνουν τάσεις πολιτικοποίησης που προϋπήρχαν στη νέα γενιά και συμβάλλουν στη νέα πολιτικοποίηση ανθρώπων που ενεπλάκησαν για πρώτη φορά σε συλλογικές δράσεις. Το ίδιο το δυστύχημα και τα γεγονότα που ακολούθησαν εντείνουν τη δυσπιστία των νέων απέναντι στους θεσμούς και επηρέασαν πολύ την άποψη τους για κρίσιμα ζητήματα.
Θα λέγαμε ότι επέφεραν έναν κλονισμό, χωρίς να είμαστε ακόμη σε θέση να μιλήσουμε για αλλαγή παραδείγματος. Κι αυτό γιατί θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε τις αντιφάσεις που αποτυπώνονται στα ευρήματα, τη σύγχυση και την εν εξελίξει διαπάλη των ιδεολογικο-πολιτικών ρευμάτων εντός της νέας γενιάς με σημαντικό, από τη μια, το ρόλο της συλλογικής δράσης, της ενσυναίσθησης, της αλληλεγγύης και μιας νέας αριστερόστροφης πολιτικοποίησης, κι απ’ την άλλη, τη σημαντική επίδραση του ατομικισμού και άλλων βασικών πυλώνων της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Ανοίγοντας το πλάνο ευρύτερα στη νέα γενιά, τα ευρήματα εμπλουτίζουν και ενισχύουν τα κύρια συμπεράσματα του συλλογικού ηλεκτρονικού τόμου του Eteron, που κυκλοφόρησε το Φεβρουάριο του 2023 με τίτλο: “Gen Z, Πολιτική & Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης στην περίοδο της πανδημίας: Ερευνητικά ευρήματα και σχολιασμός”.
Η νέα γενιά αγωνίζεται, «πονάει», «δεν μπορεί να αναπνεύσει» και προσεγγίζει την πολιτική με παλιούς και νέους τρόπους. Όπως έχουμε τονίσει ξανά, οι διεργασίες που συντελούνται εντός της νέας γενιάς αποτελούν ευαίσθητο «σεισμογράφο» για το πού οδεύει η κοινωνία, ποιες δυναμικές αποτυπώνονται και ποιες εναλλακτικές σκιαγραφούνται.
Η νέα έρευνα του Eteron δίνει αφορμές για ουσιαστική συζήτηση χωρίς εύκολες γενικεύσεις, καταγράφοντας τάσεις, αλλά και τη ρευστότητα και το ανοιχτό πεδίο, καθώς η νέα γενιά είναι ακόμη υπό διαμόρφωση και εντός της υπάρχει αντιπαράθεση ιδεών, πρακτικών και αξιών, η οποία εκδηλώνεται σε κάθε επίπεδο, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Καλωσήρθατε στον χώρο σχολίων του Αντικειμενικότητα. Να θυμάστε ότι κάθε άποψη είναι δεχτή εκτός αν προσβάλει ή θίγει τον άλλον όποτε παρακαλώ ο σχολιασμός σας να είναι κόσμιος.